Help Us Improve Our Site

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

H σημασία του Δελφικού Έψιλον




Ή αλλιώς το «Έψιλον εν Δελφοίς» είναι σήμερα ένα πολύ παρεξηγημένο σύμβολο που οι αδαείς θέλουν να το ταυτίζουν, από άγνοια βέβαια, με μυστικές ομάδες, συνομωσίες και άλλου είδους φανταστικές θεωρίες. Αντιθέτως το Δελφικό Έψιλον, δηλαδή το σύμβολο αυτό που ήταν τοποθετημένο (σύμφωνα με τα αρχαία κείμενα και τα ευρήματα), στην κορυφή τού Αετώματος τού Ναού τού Απόλλωνος στους Δελφούς, είχε για τον αρχαίο κόσμο την δικιά του σημαντική αξία και φιλοσοφία.


Να λοιπόν ποιο ήταν και τι σήμαινε το ΔΕΛΦΙΚΟ ΕΨΙΛΟΝ:

Το Γράμμα Έψιλον σαν σύμβολο σχετίζεται άμεσα με την Δελφική Ηλιακή μυσταγωγία, την μύηση του ανθρώπου στο ΦΩΣ. Η τοποθέτησης του στο αέτωμα του Δελφικού Ναού του ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ (θεού του Φωτός - Ηλιακή λατρεία) δηλώνει την αέναη σχέση του με το Φως, την τελείωση και ως εκ τούτου σαν Έψιλον υποδηλώνεται ο Φωτεινός. Το γράμμα Ε είναι σαν σχήμα η έκφανση της τριαδικότητας εξ ου και η τρείς φορές τοποθέτηση του εις το αέτωμα του Απολλώνιου ναού μια σε ξύλο, δεύτερη σε χαλκό και τρίτη σε χρυσό.Το γράμμα Ε ως αριθμός συμβολίζεται με τον αριθμό 5. Τα 4 κοσμογονικά στοιχεία της Γής, του Αέρα, του Νερού και του Πυρ με την πεμπτουσία του Ουράνιου - Αιθέρα. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν τον Άνθρωπο. Ομοίως γνωρίζουμε ότι το ιερό πεντάγραμμο (πεντάλφα) συμβολίζει τον άνθρωπο και παράλληλα τα 5 στοιχεία που τον αποτελούν κατά τους Πυθαγόρειους μύστες όπου το είχαν σαν ιερό σύμβολο.

Τρείς φορές τοποθετήθηκε ένα Ε (ΕΨΙΛΟΝ) στην κορυφή τού Αετώματος τού Ναού τού Απόλλωνος στους Δελφούς, κατάντικρυ σε όποιον πλησίαζε την κεντρική, ανατολική Πύλη του, πάντοτε συνοδευόμενο από το ΓΝΩΘΙ Σ'ΑΥΤΟΝ στην κάτω αριστερή γωνία και το ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ στην κάτω δεξιά τού ιδίου Αετώματος. Ήταν γνωστά σαν ''Δελφικά παραγγέλματα'', το δε Ε το ''προεδρεύον'' αυτών. Το παλαιότερο από αυτά (τα Ε) ήταν ξύλινο κι αναφέρεται σαν ''Ε των Σοφών '', γιατί αφιερώθηκε από τον Σόλωνα κατά μία εκδοχή, κατά δε άλλη από όλους μαζί τούς τότε αναγνωρισμένους Σοφούς. Όταν αυτό εφθάρη, οι Αθηναίοι ανέθεσαν στο Ναό το δεύτερο, το οποίο ήταν χάλκινο. Σε αντικατάσταση και αυτού, η Λιβία Δρουσέλλα, σύζυγος τού Αυγούστου, αφιέρωσε το τρίτο και τελευταίο, από καθαρό χρυσό. Η μοναδική πληροφορία για το Ε των Δελφών προέρχεται από τον Πλούταρχο (46-127 μ.Χ.), ο οποίος ως Ιερεύς διά βίου τού Απόλλωνος, πρέπει να ήταν κοινωνός και γνώστης των Μυστηρίων.

Το ότι λοιπόν ένα γράμμα τού Αλφαβήτου, είναι το αποκλειστικό αντικείμενο μιας ολόκληρης διατριβής του, δείχνει, όπως και τα γραφόμενα, την μεγάλη σημασία πού ένας συγγραφέας της ολκής του, απέδιδε σ' αυτό. Το ότι κανείς άλλος δεν έγραψε γι' αυτό, αλλά κι ο τρόπος (σε μορφή διαλόγου) πού ο ίδιος ο Πλούταρχος το παρουσιάζει, συνηγορούν ότι πρόκειται για κλείδα των Δελφικών Μυστηρίων, γιατί ως γνωστόν η αποκάλυψη στοιχείων τους στους αμύητους, αποτελούσε ηθικό και ποινικό αδίκημα.

Στον διάλογο αυτόν, προβάλλονται διάφορες ερμηνείες από τούς διαλεγόμενους, σαν προσωπικές τους απόψεις, μερικές αδύναμα τεκμηριωμένες, άλλες ισχυρά, πολλές αλληλοαναιρούσες. Σε κάποιες επεμβαίνει ο ίδιος ο Πλούταρχος, με πληθώρα αναλύσεων, μη παίρνοντας ρητή θέση, αλλ' ωστόσο καθοδηγώντας διακριτικά τον αναγνώστη. Δεν μπορεί έτσι να κατηγορηθεί ότι αποκαλύπτει τα των Μυστηρίων, αλλά προτρέπει σε συλλογισμούς προσέγγισής τους, τηρώντας το ρηθέν από τον Ηράκλειτο ότι : "Ο ΑΝΑΞ Ο ΕΝ ΔΕΛΦΟΙΣ, ΟΥΤΕ ΛΕΓΕΙ, ΟΥΤΕ ΚΡΥΠΤΕΙ, ΑΛΛΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ". Τα δε σημαίνοντα διαφέρουν ως προς την προσέγγισή τους, ανάλογα με την πνευματική, την ποιοτική και την μυητική διαβάθμιση των πιστών. Γιατί κι ο ίδιος ο Θεός έχει ανάλογα ονόματα προς αυτούς: είναι ΛΟΞΙΑΣ για τούς μη νοούντας, ΠΥΘΙΟΣ για εκείνους που αρχίζουν να μαθαίνουν, να ερωτούν, να ενημερώνονται και ΔΗΛΙΟΣ και ΦΑΝΑΙΟΣ σε όσους φανερώνεται και διαφαίνεται κάποια Αλήθεια. Είναι ΙΣΜΗΝΙΟΣ σ' αυτούς που γνωρίζουν την αλήθεια και ΛΕΣΧΗΤΟΡΙΟΣ σ' εκείνους που μεταχειρίζονται αυτήν την Αλήθεια, φιλοσοφώντας. Η πρώτη άποψη στο διάλογο, δηλωμένη από τον αδελφό τού Πλουτάρχου Λαμπρία, είναι πώς οι πέντε από τούς επτά Σοφούς - οι Χίλων, Θαλής, Σόλων, Βίας και Πιττακός θέλοντας να διαχωριστούν από τούς άλλους δύο, τον Κλεόβουλο τον Λίνδιο και τον Περίανδρο τον Κορίνθιο, οι οποίοι με πλάγια μέσα εξεπόρθησαν τη φήμη τού Σοφού - αφιέρωσαν το Ε (δηλαδή τον αριθμό 5) στον Θεό, δηλώνοντας έτσι το πραγματικό πλήθος τους. Άλλος είπε πως το Ε, όντας το δεύτερο των γραμμάτων, των εχόντων Φωνήν (φωνηέντων), δηλώνει τον Απόλλωνα, τον δεύτερο τη ταξει, μετά τον Δία, Θεόν. Η τρίτη άποψη τού Ιερέως Νικάνδρου είναι ότι, επειδή το Ε γράφεται και ΕΙ (βλ. Δειπνοσοφιστού βιβλ. β'.5: '' πάντες οι Αρχαίοι τώ ΟΥ αντί τού Ο μακρού στοιχείου προσεχρώντο, παραπλησίως και τώ ΕΙ αντί τού Ε μακρού. Ώσπερ ορώμεν καν τή Ιλιάδι το πέμπτον βιβλίον σημειούμενον διά τού ΕΙ.), είναι χαρακτηριστικό των προς χρησμοδότησιν ερωτημάτων (εάν), αλλά και μόριο ευχής ή παράκλησης (ΕΙ-θε). Η άποψη τού Θέοντος, πού ακολουθεί, είναι πως ο Θεός ευνοώντας την Διαλεκτική, παραδέχεται αυτό το μόριο (ΕΙ) τού συλλογισμού και χρησιμοποιώντας το συχνά στους Χρησμούς του, προτείνει τή χρήση του στους Φιλοσόφους. Γιατί Φιλοσοφία είναι η έρευνα της Αλήθειας και φώς της Αλήθειας η απόδειξη και της απόδειξης αρχή ο συναπτόμενος συλλογισμός. Και κανένα πράγμα δεν υπάρχει χωρίς αιτία και κανένας συλλογισμός δίχως λογική προϋπόθεση.

Ο Έυστροφος ο Αθηναίος υποστηρίζει πως το Ε δηλώνει την έννοια των αριθμών ως Πεμπάς, αφού οι Σοφοί το αριθμείν ονομάζουν ''πεμπάζειν''. Εκφράζει έτσι την Πυθαγόρεια θέση ότι ο αριθμός είναι πρώτη και απόλυτη αιτία των πάντων κι ότι ο Θεός αεί γεωμετρεί. Την άποψη αυτή συμπληρώνει ο ίδιος ο Πλούταρχος, λέγοντας ότι οι αριθμοί διαιρούνται σε άρτιους και περιττούς και η Μονάδα είναι κοινή κατά τη δύναμη και στα δύο είδη, αφού προστιθέμενη, κάνει τον άρτιο περιττό και τον περιττό άρτιο. Το δύο είναι ο πρώτος άρτιος και το τρία ο πρώτος περιττός. Το άθροισμα αυτών των δύο δίνει αριθμό εξαιρετικής τιμής, γιατί πρώτος αυτός αποτελείται από πρώτους και έχει ονομασθεί από τούς Πυθαγόρειους Γάμος, λόγω της ομοιότητάς του με την ενωτική σχέση τού άρτιου προς το θήλυ και τού περιττού προς το άρρεν. Γιατί από καμιά ανάμιξη τους δεν γεννιέται άρτιος, μα πάντα περιττός και ποτέ άρτιος όταν προστεθεί σε άρτιο δεν γεννά περιττό, ούτε βγαίνει από τή φύση του, από αυτήν ακριβώς την αδυναμία του να γεννήσει άλλον. Αντίθετα, περιττοί όταν προστεθούν σε περιττούς, γεννούν πολλούς άρτιους, γιατί πάντα αποτελούν το γόνιμο στοιχείο. Το πέντε (Ε) λέγεται και φύσις γιατί με τον πολλαπλασιασμό επί τον εαυτό του τελειώνει πάντα στον εαυτό του. Γιατί και η φύση - πού από το σπόρο μετά από διάφορες μεταμορφώσεις, αποδίδει πάλι σπόρο - πάντα τελειώνει στον εαυτό της. Κι όταν αυτό (το Ε) προστίθεται στον εαυτό του, γεννά εκ περιτροπής ή τον εαυτό του ή την δεκάδα, κι αυτό γίνεται επ' άπειρον. Η ένωση λοιπόν της Πεμπάδος (Ε) με τον εαυτό της δεν γεννά τίποτε ατελές ή αλλιώτικο, αλλ' έχει καθορισμένες μεταβολές. Γεννά ή τον αριθμό τού είδους της ή τον τέλειο αριθμό. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κοινόν με τον Απόλλωνα, γιατί ο Θεός υμνείται ως αιώνιος και άφθαρτος από την ίδια του την φύση, και άλλοτε ως πυρ τα πάντα εξομοιώνει προς τα πάντα (ΠΥΡΟΣ Τ' ΑΝΤΑΜΕΙΒΕΣΘΑΙ ΠΑΝΤΑ), άλλοτε δε καταφεύγει σε μεταμορφώσεις τού εαυτού του ως προς τή μορφή, τή διάθεση και τή δύναμη, όπως ακριβώς κι ο Κόσμος. Αλλά και στη Μουσική πού τόσο αρέσει στον Θεό, η Πεμπάς έχει την σημασία της. Γιατί πέντε είναι οι ορθές συμφωνίες και αν και υπάρχουν πολλά διαστήματα μεταξύ των τόνων, η Μελωδία, πέντε μόνο χρησιμοποιεί: τή Δίεση, το Ημιτόνιο, τον Τόνο, το Τριημιτόνιο και το Δίτονο. Μα και κατά τον Πλάτωνα, αν υπάρχουν περισσότεροι από έναν κόσμοι, τότε αυτοί είναι πέντε. Αλλά κι αν υπάρχει μόνο ένας, όπως λέγει ο Αριστοτέλης, αυτός αποτελείται από πέντε: τον κόσμο της Γής, τον κόσμο τού Ύδατος, αυτόν τού Πυρός, τον τέταρτο τού Αέρος και τον πέμπτο που άλλοι ονομάζουν Ουρανό, άλλοι Φώς, άλλοι Αιθέρα και άλλοι Πέμπτη Ουσία ή Πεμπτουσία. Αρκετοί Φιλόσοφοι συσχετίζουν με αυτούς τούς πέντε κόσμους, τις πέντε αισθήσεις, γιατί θεωρούν ότι η αφή είναι σκληρή και γεώδης, η γεύση από την υγρότητά της αποκτά αντίληψη για τις ποιότητες γευστών. Η όσφρηση επειδή είναι αναθυμίασης και άρα γεννάται από την θερμότητα, έχει τή φύση τού πυρός. Ο αέρας όταν προσκρούει στο αυτί γίνεται φωνή και ήχος. Και τέλος η όρασης διαλάμπει από το φώς και τον Αιθέρα. Ο διάλογος κλείνει με την άποψη τού Αμμωνίου που υποστηρίζει ότι ούτε αριθμό, ούτε τάξη, ούτε σύνδεσμο, ούτε κάποιο άλλο ελλίπον μόριο λέξεως, δηλώνει το Ε. Αλλά ότι είναι αυτοτελής τού Θεού προσαγόρευσης και προσφώνησης. Ο Θεός όταν πλησιάζει κάποιος στο Ναό, τον χαιρετά και τον προσαγορεύει με το ''Γνώθι σ’αυτόν'', κι αυτός ανταπαντά '' ΕΙ '' (είσαι), αναγνωρίζοντας και ομολογώντας ότι πραγματικά Αυτός υπάρχει. Και ''ΕΙ ΕΝ'', γιατί είναι Ένας (ΕΝ ΔΕ ΑΠΟΛΛΩΝ) - γι' αυτό λέγεται Α-πολλών - αρνούμενος τα πολλά και το πλήθος. Λέγεται και Ιήϊος γιατί είναι Ένας και μόνος, και Φοίβος γιατί οι Αρχαίοι έτσι ονόμαζαν κάθε καθαρό κι αγνό. Ο Πλούταρχος τελειώνει εδώ τον διάλογο, με την τελευταία άποψη να αναιρεί όλες τις προηγούμενες, χωρίς κάποιο συμπερασματικό επίλογο ή σχόλιο, μη κλείνοντας ουσιαστικά το θέμα κι αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχουν πιθανώς και άλλες πτυχές της Αλήθειας. Τηρεί έτσι ως Μύστης και Ιερεύς, τις Μυστηριακές επιταγές, κάνοντας συγχρόνως ένα άνοιγμα προς τούς έξω και αμύητους. Άνοιγμα που έχει από μια μεριά σκοπιμότητα - σε μια εποχή παρακμής τού Μαντείου και ανταγωνισμού του από άλλες θρησκείες και Θεούς που εισήγαγαν οι Ρωμαίοι από τα πέρατα της Αυτοκρατορίας - αλλά και ανάγκη της προβολής και δικαίωσης τού Κοσμικού και Νοητικού χαρακτήρα της Απολλώνιας Θεοσέβειας.

Από τούς νεότερους συγγραφείς μόνο δύο έχουν γράψει για το Ε των Δελφών. Ο Στέφ. Καραθεοδωρής, Ιατρός και ο Γ. Λευκοφρύδης, Δικηγόρος (Αθήνα 1977), οι οποίοι αφού αναφέρονται στα τού Πλουτάρχου, διατυπώνουν ο καθένας κι από μια δική του άποψη. Ο μεν πρώτος επισημαίνοντας ότι το Ε συμβολίζει τον Θεό, το συνδέει με το γράμμα (συλλαβή) τού Εβραϊκού αλφαβήτου, που επίσης συμβολίζει το Θείον, υποστηρίζοντας ότι είναι μετάφρασή του και συνεπώς αποτέλεσμα μαθητείας κι αποδοχής της Εβραϊκής Θρησκείας. Ο δε δεύτερος, Λευκοφρύδης, συνδέοντας το Δελφικό Ε με την κατά την άποψή του αποκωδικοποίηση τού έργου τού Αριστοτέλη '' Οργάνων Όργανον'', υποστηρίζει ότι πρόκειται για διακριτικό σύμβολο ενός Πλανητικού συστήματος στον αστερισμό τού Λαγού και τού συνωνύμου του Κοσμοσκάφους. Αν και η λογική της αποκωδικοποίησης τού έργου είναι ισχυρή, εναπόκειται στην κρίση τού κάθε ερευνητή να καταλήξει για το ακραίο ή όχι της θέσης αυτής. Η δική μου άποψη για το γράμμα αυτό τού Ελληνικού Αλφαβήτου, είναι ότι αποτελεί σε Κοσμικό επίπεδο, καθαρό συμβολισμό τού Ενούντος Θείου.

Στη Σαμοθράκη έχουν βρεθεί κεραμικά πιάτα που χρησιμοποιούνταν σε τελετές των Καβειρίων Μυστηρίων. Τα μισά από αυτά είχαν χαραγμένο ένα Ο (Θήτα) και τα υπόλοιπα ένα Ε. Και τα δύο συμβολίζουν το Θείον. Το πρώτο σαν Κέντρο τού Σύμπαντος Όλου, το δεύτερο σαν Ενωτικό των Πάντων στοιχείο. Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι απλά μια γλώσσα επικοινωνίας. Είναι το παράγωγο μιας Κοσμικής, Συμπαντικής γεωμετρικής Μήτρας κωδικοποιημένων Εννοιολογήσεων.

Ο Φιλόστρατος αναφέρει ότι: '' Παλαμήδης εύρε τα γράμματα ουχ υπέρ τού γράφειν μόνον, αλλά και υπέρ τού γιγνώσκειν ά δεί μή γράφειν''. Κατά τον Λουκιανό, ο Παλαμήδης - υιός τού Ναυπλίου, Ομηρικός ήρως και εφευρέτης τού Αλφαβήτου- ''... πρώτος ημίν τούς νόμους τούτους διατυπώσας, ου τή ταξει μόνον καθ' ήν προεδρίαν βεβαιούνται, διώρισεν τί πρώτον έσται ή δεύτερον, αλλά καί ποιότητας άς έκαστον έχει καί δυνάμεις συνείδον''. Χαρακτηριστικά δηλαδή τού Αλφαβήτου εκτός από τή σειρά των γραμμάτων είναι και οι ποιότητες αυτών, αλλά και οι δυνάμεις. Τί σημαίνει όμως, τα γράμματα έχουν ποιότητες και δυνάμεις; Δυνάμεις να κάνουν τί, ή δυνάμεις τίνων; Η Ελληνική γλώσσα είναι Λόγος, και ο Λόγος είναι πρώτιστα αναλογία. Κι εκφράζεται πολυσήμαντα και κατ' αναλογία σε άπειρα διαβαθμιστικά επίπεδα. Από τα πλέον Γήινα σαν επικοινωνία, έως τα πλέον Κοσμικά σαν Κοσμικές, Συμπαντικές έννοιες. Έτσι το Ν είναι Νόησης. Το Λ είναι Λόγος. Ο Λόγος όταν αποκτά βάση (-), γίνεται -Δ- Δραστηριοποιείται, αποκτά Διαστάσεις. Το Ο είναι μία Ολότητα, ένα Πάν. Το Όλον με το Κέντρο του, ο Δημιουργός και η Δημιουργία, αδιαίρετα μαζί, είναι το Θ (Θήτα) το Θείον, το Σύν-Πάν. Το Ε είναι τα τρία στοιχεία (οι τρείς παράλληλες γραμμές) τού Τρισυπόστατου Θείου, ενωμένα. Εξ ου και Ένωσης= ώσις πρό τό ΕΝ = ώθηση προς τή Θεία Νόηση.

Τό Ε δηλώνει, τον Ενωτικό χαρακτήρα τού Τρισυπόστατου Θείου και γι' αυτό αφιερώθηκε, μαζί με τα ''Γνώθι σ’αυτόν'' καί ''Μηδέν Άγαν'', που είναι επίσης Ενωτικά παραγγέλματα - αφού δεν νοείται Ένωσης χωρίς την βαθιά, Νοητική γνώση τού Εγώ, αλλ' ούτε και προσέγγισης της με παραθλαστικές λειτουργίες υπερβολής- στον Θεό τού Φωτός και της Αρμονίας. Αυτό το στοιχείο της Ένωσης συνηγορεί προς την ονομασία ''Γάμος'', που έδωσαν στο Ε, οι Πυθαγόρειοι.


Πηγή

Ἡ πολιορκία τῆς Ἀκροπόλεως.

Ἡ πολιορκία τῆς Ἀκροπόλεως.1 


Γεώργιος Δροσίνης Γεώργιος Καραϊσκάκης, πολιορκία τῆς Ἀκροπόλεως
Ἀπό: Ὁ Μπάρμπα Δῆμος, Διηγήσεις Ἀγωνιστοῦ, Ἐκδ. Σύλλογος πρὸς διάδοσιν ὠφελίμων βιβλίων, Ἀθῆναι 1964.


Ὁ Καραϊσκάκης κατήγετο ἀπὸ τὴν Σκουληκαριάν, χωρίον τῆς Ἄρτας, καὶ ἐγεννήθη εἰς τὰ 1782. Πρὸ τῆς Ἐπαναστάσεως ὑπηρέτησε καὶ αὐτὸς τὸν Ἀλῆ πασᾶν ἔπειτα ἑνώθηκε μὲ τοὺς κλέφτας. Εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς Ἐπαναστάσεως δὲν ἐφάνηκε πολὺ πρόθυμος νὰ πολεμήσῃ, κατόπιν ὅμως ἄρχισε ν᾿ ἀγωνίζεται μετὰ τῶν ἄλλων ἀρχηγῶν τῆς Ρούμελης πρὸς σωτηρίαν τοῦ Μεσολογγίου. Ἀλλὰ μόνον κατὰ τὰ τέλη τῆς Ἐπαναστάσεως ὑψώνεται ἔξαφνα καὶ γιγαντώνεται καὶ κάμνει ἐντὸς ὀλίγων μηνῶν τὸ ἓν μετὰ τὸ ἄλλο τὰ κατορθώματα ἐκεῖνα ποὺ τὸν ἐδόξασαν.


Ὁ Καραϊσκάκης ἦτον ὡς πρὸς τὸ ἐξωτερικὸν καθ᾿ ὅλα ἀντίθετος τοῦ Κολοκοτρώνη: μικρόσωμος, ἀδύνατος, ὠχρὸς καὶ φιλάσθενος. Εἶχεν ὅμως εὐκίνητον τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα, καὶ οἱ ζωηροὶ ὀφθαλμοί του ἐφώτιζαν τὴν σκοτεινὴν καὶ μελαγχολικὴν φυσιογνωμίαν του. Τὸ πρόσωπόν του σπανίως ἔμενεν ἥσυχον· πάντοτε σχεδὸν ἐταράσσετο ἀπὸ σπασμοὺς ἀνησυχίας καὶ ἀνυπομονησίας. Ἐστερεῖτο τῆς εὐγλωττίας τοῦ Κολοκοτρώνη, ἀλλ᾿ ὅταν ὡμιλοῦσεν, εἶχεν εὐφυΐαν καὶ ἑτοιμότητα πολλὴν εἰς τοὺς λόγους.


Ὅταν ἡ Κυβέρνησις τὸν διώρισε γενικὸν διοικητὴν τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος, τὸν Ἰούλιον τοῦ 1826, καὶ ἦλθεν εἰς τὸ Ναύπλιον διὰ νὰ λάβῃ τὸν διορισμόν του, ὁ Ὑδραῖος Μπουντούρης τοῦ εἶπεν:
- Ἕως τώρα, Καραϊσκάκη, δὲν ἔκαμες τὸ καθῆκόν σου πρὸς τὴν πατρίδα· ὁ Θεὸς νὰ σὲ φωτίση εἰς τὸ μέλλον.


Τότε ὁ Ρουμελιώτης ἀρχηγὸς ἀπήντησε μὲ εἰλικρίνειαν:
- Δὲν τὸ ἀρνοῦμαι πὼς ὅταν θέλω γίνομαι ἄγγελος καὶ ὅταν θέλω διάβολος. Εἰς τὸ ἑξῆς ἀποφάσισα νὰ γίνω ἄγγελος.


Καὶ ἔγινεν, ἀληθινὰ ἄγγελος, ὁ καλὸς ἄγγελος τῆς πατρίδος. Αὐτὸς ἔδωκε ζωὴν εἰς τὴν ἀδυνατισμένην Ἐπανάστασιν καὶ κατεσύντριψε τοὺς Τούρκους εἰς τὴν Ἀράχοβαν, εἰς τὸ Δίστομον, εἰς τὸ Κερατσίνι. Τόσον φοβερὸν εἶχε γίνη τὸ ὄνομά του μεταξὺ τῶν ἐχθρῶν, ὥστε κατήντησε νὰ λέγουν ὡς παροιμίαν:


- Τί φεύγεις σὰν νὰ σὲ κυνηγᾶ ὁ Καραϊσκάκης!
Καὶ ὡμολογοῦσαν τὴν ἀξίαν του οἱ Τοῦρκοι:


- Ἐμεῖς ἔχομεν τὸν Κιουταχῆ καὶ οἱ Ἕλληνες τὸν Καραϊσκάκην· δυὸ λεοντάρια πολεμοῦν τὸ ἕνα νὰ φάγῃ τὸ ἄλλο.


Τὸ περίεργον εἶναι ὅτι τὰ δύο αὐτὰ λεοντάρια εὑρέθηκαν ἀντιμέτωπα μίαν φορὰν καὶ συνομίλησαν ἐκ τοῦ πλησίον. Τοῦτο συνέβη τὸν Αὔγουστον τοῦ 1826 μέσα εἰς τὴν γαλλικὴν ναυαρχίδα, ἀγκυροβολημένην κοντὰ εἰς τὸν Πειραιᾶ. Ὁ Καραϊσκάκης ἦλθε νὰ ἐπισκεφθῇ τὸν Γάλλον ναύαρχον, ἐνῷ συγχρόνως ἦτον εἰς τὴν ναυαρχίδα πρὸς ἐπίσκεψιν ὁ Κιουταχῆς. Ὁ Γάλλος ἐταράχθηκε φυσικὰ καὶ ἀνησύχησεν, ἀλλ᾿ οἱ δυὸ θανάσιμοι ἐχθροὶ ἐφέρθηκαν μὲ πολλὴν ἡσυχίαν καὶ ἀξιοπρέπειαν. Ὁ Καραϊσκάκης ἔλεγεν ἔπειτα ὅτι ἐξιππάσθηκεν ἅμα ἀντίκρυσε τὸν Κιουταχῆν, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ἐπίσης ἐξαφνίσθηκεν. Ὁ Ρουμελιώτης ἀρχηγὸς ἅμα εἰσῆλθεν ἐχαιρέτισε τὸν Τοῦρκον πασᾶν κατὰ τὴν τουρκικὴν συνήθειαν, δηλαδὴ ἔφερε τὴν χεῖρα εἰς τὰ χείλη καὶ εἰς τὸ μέτωπον καὶ ἐκεῖνος τὸν ἀντεχαιρέτισε μὲ ὑπερηφάνειαν.


Πρῶτος ἄρχισε τὴν ὁμιλίαν ὁ Κιουταχῆς εἰς ἀλβανικὴν γλῶσσαν καὶ εἶπε:
- Τί γίνεσαι, Καραϊσκάκη; Σ᾿ ἐπρόσμενα νὰ ἔλθῃς εἰς τὰ Βιτώλια νὰ μὲ προσκυνήσῃς καὶ νὰ σοῦ δώσω ὅλα τὰ βιλαέτια ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἕως τὴν Ἄρταν.


- Ἐγώ νὰ σὲ προσκυνήσω; ἀποκρίθηκε ὁ Καραϊσκάκης μὲ ἡσυχίαν. Ἂν εἶσαι διοικητὴς τῆς Ρούμελης ἐσύ, εἶμαι κ᾿ ἐγὼ διοικητὴς τῆς Ρούμελης, καὶ ἂν ἤξευρεν ἡ Κυβέρνησίς μου πὼς μιλοῦμε τώρα μαζί, μ᾿ ἐκρεμνοῦσε κ᾿ ἐμένα καὶ δεκαπέντε χιλιάδες στρατεύματα ποὺ ἔχω εἰς τὴν Ἐλευσῖνα.
Ὁ Κιουταχῆς ἐρωτᾷ μὲ ἀπορίαν:


- Καὶ πῶς ἠμπορεῖ νὰ σὲ κρεμάσῃ;
Καὶ ὁ Καραϊσκάκης ἀποκρίνεται:
- Μήπως δὲν σὲ κρεμνᾷ ὁ Σουλτάνος, ὅταν θέλῃ -ναὶ ἢ ὄχι;
- Βέβαια, γιατὶ τὸν ἔχω βασιλέα.


- Μὲ κρεμνᾶ λοιπὸν κ᾿ ἐμένα ἡ Κυβέρνησις, γιατὶ τὴν ἔχω βασίλισσαν.
Καὶ ἡ ὁμιλία ἔμεινεν ἕως ἐδῶ· ὁ Κιουταχῆς ἐσηκώθηκε πρῶτος καὶ ἔφυγεν ἀπὸ τὸ γαλλικὸν πλοῖον.
Ἀφοῦ ἔπεσε τὸ Μεσολόγγι καὶ μαζί του σύσσωμος ἡ Ἐπανάστασις τῆς δυτικῆς Ἑλλάδος, ὁ Κιουταχῆς ἐκίνησε πρὸς τὴν Ἀνατολικὴν Ἑλλάδα, ἑνώθηκεν εἰς τὰς Θήβας μὲ τὸν Ὀμὲρ Βρυώνη καὶ ἔφθασεν εἰς τὴν Ἀττικὴν πρὸ τοῦ θέρους τοῦ 1826.


Οἱ Ἀθηναῖοι, χωρικοὶ ἐπροσκύνησαν καὶ ὁ ἀρχηγὸς Γούρας ἐκλείσθηκε εἰς τὴν Ἀκρόπολιν μὲ 400 μισθωτούς. Εἶχεν ὅμως πλῆθος ζωοτροφιῶν καὶ δεκαεπτὰ κανόνια ἐπάνω εἰς τὰ τείχη. Τὴν πόλιν ἐδοκίμασε νὰ ὑπερασπίση ἓν μικρὸν σῶμα, ἀλλ᾿ ὅταν ὁ Κιουταχῆς, ὥρμησε κατ᾿ αὐτῶν, οἱ ὀλίγοι ὑπερασπισταὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ καταφύγουν εἰς τὴν Ἀκρόπολιν καὶ αἱ Ἀθῆναι ἔμειναν εἰς χεῖρας τῶν Τούρκων.


Ἅμα ἔγινε γνωστὴ ἡ εἰσβολὴ τοῦ Κιουταχῆ, συνεκεντρώθησαν εἰς τὴν Ἐλευσῖνα στρατεύματα ἐλληνικὰ ἄτακτα ὑπὸ τὸν Καραϊσκάκην καὶ τακτικά, ὑπό τὸν φιλέλληνα Γάλλον συνταγματάρχην Φαβιέρον. Εἰς τὰς 8 Αὐγούστου ἔγινε μάχη εἰς τὸ Χαϊδάρι, ἡ ὁποία ἀπέβη ὑπὲρ τῶν πολυαρίθμων Τούρκων. Οἱ Ἕλληνες τότε ὑπεχώρησαν καὶ ὁ Κιουταχῆς ἔζωσε στενῶς τὴν Ἀκρόπολιν. Τὴν 1 Ὀκτωβρίου ἐφονεύθη ὁ ἀρχηγὸς Γούρας καὶ ἀνέλαβαν τὴν ἀρχηγίαν ἡ ἀνδρεία σύζυγός του καὶ ὁ Ἀθηναῖος ὁπλαρχηγὸς Μακρυγιάννης.


Τότε ὁ Καραϊσκάκης συνέλαβε τὸ μέγα πολεμικόν του σχέδιον: διὰ νὰ καταστρέψη τὸν Κιουταχῆν, νὰ τοῦ ἀποκόψη τὰ μέσα τῆς συγκοινωνίας. Μὲ πόσην στρατηγικὴν τέχνην ἄρχισε νὰ ἐκτελῇ τὸ σχέδιον αὐτό, ἀποδεικνύουν αἱ νίκαι τῆς Ἀράχοβας καὶ τοῦ Διστόμου.


Ἐν τούτοις ἐξακολουθεῖ, ἡ πολιορκία τῆς Ἀκροπόλεως καί, ἐπειδὴ οἱ πολιορκούμενοι εἶχαν ἀνάγκην πολεμοφοδίων, ὁ Φαβιέρος ἐπὶ κεφαλῆς 650 τακτικῶν στρατιωτικῶν φορτωμένων πυρίτιδα καὶ σφαίρας ἀνέλαβε νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὴν Ἀκρόπολιν.


Ὁ Γάλλος συνταγματάρχης ἐξετέλεσε ἐπιτυχῶς τὸ παράτολμον σχέδιόν του τὴν τελευταίαν νύκτα τοῦ Νοεμβρίου. Ἐπέρασε μέσα ἀπὸ τὸ τουρκικὸν στρατόπεδον καὶ ἀνέβη εἰς τὴν Ἀκρόπολιν, ἀπὸ τὸ μέρος ὅπου εἶναι τὸ θέατρον τοῦ Ἡρώδου.


Ὁ Φαβιέρος σκοπὸν εἶχε ν᾿ ἀφήσῃ εἰς τοὺς πολιορκημένους τὰ πολεμοφόδια ποὺ ἔφερε, καὶ νὰ καταβῇ πάλιν ἀπὸ τὴν Ἀκρόπολιν καθὼς ἀνέβηκε. Ἀλλὰ τοῦτο δὲν ἔγινε καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ μείνῃ καὶ αὐτὸς κλεισμένος. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπον, ὅ,τι καλόν, ἔκαμεν ἐχάθηκεν. Εἰς τὴν πολυάριθμον φρουρὰν προσετέθησαν καὶ οἱ στρατιῶται του καὶ ἐξωδεύοντο ταχύτερα τὰ τρόφιμα τοῦ φρουρίου.
Εἰς τὴν ἀθλίαν αὐτὴν κατάστασιν ἦσαν τὰ πράγματα, ὅταν μᾶς ἦλθαν δύο ξένοι, δύο Ἄγγλοι, ὁ στρατηγὸς Τζὼρτζ καὶ ὁ λόρδος Κόχραν.


Ἡ κυβέρνησις ἐνόμισεν ὅτι αὐτοὶ οἱ δύο θὰ μᾶς σώσουν καὶ διώρισε τὸν πρῶτον ἀρχιστράτηγον καὶ τὸν δεύτερον ἀρχηγὸν τοῦ στόλου.


Ὁ Καραϊσκάκης, ἂν καὶ τὸν ἔβαλαν ὑπὸ τὰς διαταγὰς ξένων ἀρχηγῶν, δὲν ἔδειξε καθόλου ὅτι προσεβλήθη, ἀλλὰ ἡμεῖς ὅλοι οἱ στρατιῶται του τὸ ἐπήραμεν κατάκαρδᾳ. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἠμπορεῖ νὰ ἦσαν λαμπροὶ εἰς τὴν πατρίδα των καὶ νὰ εἶχαν ἀγάπην πρὸς τὴν Ἑλλάδα, μᾶς ἔβλαψαν ὅμως χωρὶς νὰ τὸ θέλουν. Ὁ Καραϊσκάκης τὰ προεῖδε καὶ εἶπε:


- Βλέπω πὼς κακὰ θὰ πᾶμε μὲ τούτους τοὺς Φράγκους· φοβοῦμαι πὼς θὰ μᾶς καταστρέψουν μὲ τὴ βία τους.


Καὶ ἀληθινά· ἐνῷ ὁ Ρουμελιώτης στρατηγός, ποὺ ἤξευρε πολὺ καλὰ τὸν τόπον καὶ εἶχεν ἀπὸ τὴν φύσιν νοῦν στρατηγικόν, ἤθελεν ὅλα νὰ γίνωνται τακτικὰ καὶ συλλογισμένα, ὁ Κόχραν ἐβιάζετο καὶ καλὰ νὰ γευματίσῃ ἐπάνω εἰς τὴν Ἀκρόπολιν καὶ ἔδιδεν ἀμοιβὴν δύο χιλιάδας τάλληρα εἰς ἐκεῖνον, ποὺ θὰ ἔστηνε τὴν ἑλληνικὴν σημαίαν εἰς τὸ ἀέτωμα τοῦ Παρθενῶνος. Καὶ ὁ Καραϊσκάκης ἀναγκάσθηκε νὰ ἐνδώσῃ διότι συγχρόνως οἱ πολιορκημένοι ἔστελλαν μηνύματα, ὅτι δὲν ἔχουν δυνάμεις διὰ ν᾿ ἀνθέξουν ἐπὶ πολύ.


Ὁ Καραϊσκάκης ἦτον στρατοπεδευμένος εἰς τὸ Κερατσίνι, καὶ τὰ ἄλλα ἑλληνικὰ στρατεύματα ἦσαν εἰς τὸ Φάληρον. Εἰς τὰς 13 Ἀπριλίου ἔγινεν ἡ πρώτη ἐπίθεσις κατὰ τῶν πολιορκητῶν καὶ ἀπὸ τὰ δύο μέρη· ἐβοηθοῦσε καὶ ὁ ἑλληνικὸς στόλος ἀπὸ τὴν θάλασσαν. Ἡ ἐπίθεσις ἐπέτυχε, πολλὰ τουρκικὰ ὀχυρώματα ἐκυριεύθησαν, τὰ δύο ἑλληνικὰ σώματα ἑνώθηκαν καὶ 300 Ἀλβανοὶ ἀπεμονωμένοι ἐκλείσθησαν εἰς τὸ μοναστήριον τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος. Ὁ Καραϊσκάκης ἔστησε τὴν σκηνήν του εἰς τὸν Πειραιᾶ, πλησίον τῆς παραλίας.



Ὁ Κόχραν ἤθελε νὰ ἐξακολουθήσουν τὴν ἐπίθεσιν· ὁ Καραϊσκάκης ἔλεγε νὰ παύσουν τὸν ἀγῶνα πρὸς τὸ παρὸν καὶ νὰ μὴν προχωρήσουν πρὶν παραδοθοῦν οἱ ἐντὸς τοῦ μοναστηρίου Ἀλβανοί, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν οὔτε νερόν οὔτε πυρίτιδα. Τότε ἄρχισε κανονοβολισμὸς κατὰ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος ἀπὸ τὴν θάλασσαν καὶ μετ᾿ ὀλίγον, τὸ μοναστήριον μετεβλήθη εἰς ἐρείπια. Οἱ Ἀλβανοὶ κατέφυγαν εἰς τὰ θολωτὰ ὑπόγεια καὶ ἐπολεμοῦσαν ἀπ᾿ ἐκεῖ. Ἐστείλαμεν νὰ προτείνωμεν παράδοσιν καὶ ἐκεῖνοι ἐφόνευσαν τὸν ἀπεσταλμένον. Αὐτὴ ἡ ἀπιστία μᾶς παρώργισε καὶ ὁ Καραϊσκάκης δέν ἤθελε πλέον νὰ ἔλθῃ εἰς καμμίαν συμφωνίαν μαζί των. Ἤθελε νὰ τοὺς ἀφησῃ νὰ τελειώσουν τὰ πολεμεφόδιά των, νὰ δαμασθοῦν ἀπὸ τὴν δίψαν καὶ τότε νὰ παραδοθοῦν χωρὶς ὅρους.
Ἀλλ᾿ ὁ Κόχραν ἐβιάζετο καὶ ἐφοβέριζεν ὅτι θά φύγῃ. Τί νὰ γίνη λοιπὸν;


Ἐσυμφωνήθη μὲ τοὺς Ἀλβανοὺς νὰ ἐξέλθουν ἔνοπλοι καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν εἰς τὸ στρατόπεδον τοῦ Κιουταχῆ ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Καραϊσκάκην. Ὅταν τὸ ἔμαθαν αὐτὸ οἱ στρατιῶται ἐξαγριώθηκαν. Ἐνῷ ἐλογάριαζαν ὅτι θὰ μοιρασθοῦν τὰ πλούσια ὅπλα τῶν Ἀλβανῶν, τὰ ἔχαναν τώρα μέσα ἀπό τὰ χέρια των. Ἔσυνάχθησαν ὅλοι γύρω εἰς τὸ μοναστήριον καὶ ἐπρόσμεναν τὴν ἔξοδον τῶν ἐχθρῶν. Ὁ Καραϊσκάκης παρετήρησε τὴν ἔξαψιν τῶν στρατιωτῶν του καὶ ἐπροσπάθησε μὲ τὰ πειστικώτερα λόγια του νὰ τοὺς ἡσυχάσῃ. Δὲν τὸ κατώρθωσεν ὅμως.


Οἱ Ἀλβανοὶ ἄρχισαν νὰ ἐξέρχωνται ἐκ τοῦ μοναστηρίου· ἐμπρὸς ἐπήγαινεν ὁ Καραϊσκάκης, εἰς τὸ μέσον δύο τρεῖς Ἕλληνες ὁπλαρχηγοί, ὡς ὅμηροι. Ἀπὸ τὸ ἕν μέρος καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο ἦσαν συναγμένοι οἱ Ἕλληνες στρατιῶται, ὠργισμένοι, ἀλλὰ ἥσυχοι. Ἔξαφνα ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιώτας βλέπει εἰς τὴν μέσην ἑνὸς Ἀλβανοῦ λαμπρὸν γιαταγάνι καὶ ἁπλώνει νὰ τὸ πάρῃ. Ὁ Ἀλβανὸς χωρὶς νὰ χάση καιρὸν τὸν πιστολίζει. Τότε ὅλοι οἱ στρατιῶται ἀρχίζουν φοβερὸν ἐκ τοῦ πλησίον τουφεκισμὸν κατὰ τῶν Ἀλβανῶν. Οἱ ἀρχηγοὶ προσπαθοῦν νὰ τοὺς ἐμποδίσουν μὲ κίνδυνον τῆς ζωῆς των· ὁ ἴδιος ὁ Καραϊσκάκης, ἀφοῦ εἶδεν ὅτι τίποτε δὲν κατορθώνει, ἐγύρισε τὸ στῆθος καὶ ἐφώναξε πρὸς τοὺς Ἀλβανούς:

– Σκοτῶστε με καθὼς σᾶς σκοτώνω!
Διακόσιοι ἑβδομήντα ἐξῆλθαν ἀπὸ τὸ μοναστήριον καὶ μόνον ἑβδομήντα ἔφθασαν εἰς τὸ στρατόπεδον τοῦ Κιουταχῆ.


Ὁ Καραϊσκάκης ἔγινεν ἔξω φρενῶν ἀπὸ τὸν θυμὸν καὶ τὴν λύπην του. Μίαν στιγμὴν μάλιστα ἔφθασεν εἰς τόσον παροξυσμόν, ὥστε εἶπεν ὅτι θὰ φύγῃ, διότι δὲν ἐννοεῖ πλέον νὰ διοικῇ στρατιώτας ἐπίορκους καὶ ἀπίστους.


Τὸ βέβαιον εἶναι, ὅτι ἔπταιαν οἱ στρατιῶται, ἀλλὰ πολὺ περισσότερον οἱ ἀσυλλόγιστοι Φράγκοι ἀρχηγοί. Ὁ Θεὸς μ᾿ ἐφύλαξε καὶ δὲν ἔλαβα καθόλου μέρος εἰς τὴν ἀπιστίαν αὐτήν, δὲν αἱμάτωσα τὰ χέρια μου!



Ὁ Καραϊσκάκης ἡσύχασε ὀλίγον ἐπὶ τέλους, ἀφοῦ οἱ ἄλλοι ἀρχηγοὶ τὸν παρεκάλεσαν νὰ μείνῃ καὶ νὰ μὴν ἀφὴσῃ τὴν πατρίδα του ἴσα-ἴσα εἰς τὴν κακὴν αὐτὴν ὥραν. Ἀποφάσισε λοιπὸν νὰ κάμῃ ἀνακρίσεις διὰ νὰ εὕρη τοὺς πρωταιτίους καὶ νὰ τοὺς τιμωρήσῃ παραδειγματικῶς. Ἔξαφνα λαμβάνει ἔγγραφον ἀπὸ τὸν ἀρχιστράτηγον Τζώρζ. Διεμαρτύρετο διὰ τὴν πρᾶξιν καὶ ἐφαίνετο ὡσὰν νὰ ἐθεωροῦσεν αἴτιον τὸν Καραϊσκάκην. Τότε ἄναψε πάλιν ἀπὸ θυμόν, ἐκτύπησε τὸ πόδι καὶ ἐφώναξεν:
- Από τὴν γολέτταν του λοιπὸν κάθεται καὶ βλέπει τὸν πόλεμον καὶ στέλλει ἔπειτα διαμαρτυρήσεις καὶ ἡμᾶς ποὺ ἐχομεν νὰ κάνωμεν μὲ χίλιους διαβόλους!



Διὰ νὰ μὴν φέρη ὅμως διχόνοιαν ἐκατάπιε πάλιν τὴν δικαίαν ὀργήν του καὶ ἐσυμφώνησε μὲ τοὺς Ἄγγλους ἀρχηγοὺς εἰς τὰς 23 Ἀπριλίου νὰ γίνῃ ἡ γενικὴ ἐπίθεσις κατὰ τοῦ στρατοπέδου τοῦ Κιουταχῆ. Ἀλλ᾿ αἱ τόσαι ἠθικαὶ ταραχαὶ καὶ οἱ σωματικοὶ πόνοι ἐνήργησαν βλαβερῶς ἐπὶ τῆς ὑγείας του καὶ εἰς τὰς 22 κατελήφθη ἀπὸ πυρετὸν καὶ ἔμεινεν ἐξαπλωμένος εἰς τὴν σκηνήν του.
Ἐνῷ ὅμως ὅλα εἶχαν ἑτοιμασθῇ διὰ τὴν ἐπίθεσιν τῆς ἑπομένης ἡμέρας, ἔξαφνα ἀκούονται τουφεκισμοὶ καὶ μετ᾿ ὀλίγον ἡ μάχη γενικεύεται. Τὴν πρώτην αἰτίαν ἔδωκαν Κρῆτες στρατιῶται μεθυσμένοι. Αὐτοὶ ἐπετέθησαν ἀσυλλόγιστα ἐναντίον ἑνὸς τουρκικοῦ ὀχυρώματος. Ὁ Καραϊσκάκης ἐξυπνᾶ ἀπὸ τὸν κρότον τῆς συμπλοκῆς, βλέπει τὴν γενικὴν σύγχυσιν καὶ μ᾿ ὅλον τὸν πυρετόν του ἱππεύει ἄοπλος, ἁρπάζει ἑνὸς στρατιώτου τὸ γιαταγάνι καὶ ρίπτεται κατὰ τῶν ἐχθρῶν.



Ἡ παρουσία του δίδει εἰς ὅλους δύναμιν καὶ θάρρος καὶ οἱ Τοῦρκοι ἀπωθοῦνται εἰς τὰ ὀχυρώματά των. Τότε ὁ Κιουταχῆς στέλλει κατ᾿ αὐτοῦ ὅλον τὸ ἱππικόν. Ὁ Καραϊσκάκης, ἀναγκασμένος νὰ ὑποχωρήσῃ, μένει, τελευταῖος διὰ νὰ προστατεύσῃ τοὺς ἄλλους, ἀλλ᾿ ἐκεῖ τὸν εὑρίσκει μία σφαῖρα εἰς τὴν κοιλίαν. Πίπτει ἀπὸ τὸν ἵππον καὶ κατορθώνει πάλιν ν᾿ ἀναβῇ. Ἡ φωνή του κόπτεται καὶ ὅμως ἐνθαρρύνει τοὺς ὀλίγους ἱππεῖς του νὰ συσσωματωθοῦν διὰ νὰ προστατεύσουν τὴν ὑποχώρησιν τῶν πεζῶν.


Μόνον ὅταν εἶδεν ἐκτὸς κινδύνου τὸν στρατόν, τότε ἐσυλλογίσθη τὴν πληγήν, ποὺ τοῦ ἐσπάρασσε τὰ σπλάγχνα. Αἱ δυνάμεις του παρέλυσαν πλέον· τὸν ἐσήκωσαν καὶ τὸν ἔφεραν μὲ μίαν βάρκαν εἰς τὴν γολέτταν, ὅπου εἶχε τὸ στρατηγεῖον του ὁ Τζώρτζ.



Ὁ ἑτοιμοθάνατος στρατηγὸς δὲν ἔχασε τὴν ἀταραξίαν του μέχρι τῆς τελευταίας στιγμῆς τῆς ζωῆς του. Ἐζήτησε τὸν πνευματικὸν καὶ ἐξωμολογήθη· εἶπεν εἰς ὅλους ὅσοι τὸν ἐπεριστοίχιζαν νὰ τὸν συγχωρήσουν, καὶ ἔπειτα ἔκαμε τὴν διαθήκην του. Εἰς τὰ τελευταῖα ἔκραξε κοντά του τοὺς δύο ἀγαπημένους συμπολεμιστάς του, τὸν Γαρδικιώτην Γρίβαν καὶ τὸν Χατζηπέτρον καὶ εἶπεν:
- Ἐλᾶτε τώρα νὰ σᾶς ἀσπασθῶ.



Καὶ ὅταν εἶδεν ὅτι οἱ γενναῖοι ἐκεῖνοι ἄνδρες ἔκλαιαν, ἐπροσπάθησεν ὁ ἴδιος νὰ τοὺς παρηγόρησῃ καὶ τοὺς παρήγγειλε νὰ φροντίσουν διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς Ἀκροπόλεως.
- Πρὸ πάντων ἐσεῖς οἱ παλαιοὶ συναγωνισταί μου, εἶπε, νὰ μὴν ντροπιασθῆτε.
Κατὰ τὰ ἐξημερώματα ἀπέθανε – ἀπέθανε τὴν ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τοῦ ὀνόματός του.
Ἡ εἴδησις τοῦ θανάτου του ἔφερε γενικὴν ἀπελπισίαν εἰς τὸν στρατόν. Ἡ λύπη μας ἦτο μεγάλη καὶ γενική. Εἶδα στρατιώτας νά σφογγίζουν τὰ δακρυσμένα μάτια μὲ τὴν φουστανέλλαν των· εἶδα ἄλλους εἰς τὸν παροξυσμὸν τῆς λύπης των νὰ θέλουν νὰ σπάσουν τὰ ὅπλα των ἐπάνω εἰς τὰς πέτρας καὶ νὰ φύγουν.


Καὶ ἐνῷ ἤμεθα ὅλοι εἰς αὐτὴν τὴν θλιβερὰν κατάστασιν, ὁ ἀνυπόμονος Κόχραν προσκαλεῖ τὸ πρωῒ τοὺς ὁπλαρχηγοὺς εἰς συμβούλιον διὰ νὰ ἐρωτήσῃ ἂν εἶναι ἕτοιμοι διὰ τὴν προσβολήν.
- Ὄχι! ἀποκρίθηκαν ὅλοι.


Ἐκεῖνος ἄρχισε πάλιν νὰ φωνάζῃ καὶ νὰ ὑβρίζῃ δειλοὺς τοὺς Ἕλληνας καὶ ἐφοβέρισεν, ὅπως καὶ πρίν, ὅτι θὰ πάρῃ τὰ πλοῖα καὶ θὰ φύγῃ. Ἀναγκάσθηκαν λοιπὸν νὰ ἐνδώσουν οἱ ὁπλαρχηγοὶ καὶ μόνον ἀνεβλήθη διὰ τὴν ἑπομένην ἡ ἐπίθεσις.


Καὶ ἔγινεν εἰς τὰς 24 Ἀπριλίου ἡ φονικὴ ἐκείνη μάχη τοῦ Φαλήρου, ὅπου ἐπάθαμεν φοβερὰν καταστροφήν. Εἰς καμμίαν ἄλλην μάχην δὲν ἐχάσαμεν περισσοτέρους καὶ καλυτέρους ἄνδρας, καμμία ἄλλη ἡμέρα δὲν ἦτον τόσον μαύρη καὶ σκοτεινὴ διὰ τὴν Ἐπανάστασιν.
Εἰς αὐτήν τὴν μάχην ἔχασα κ᾿ ἐγὼ τὸ χέρι μου ἀπὸ σφαῖραν κανονιοῦ. Ἕνας Φράγκος χειρουργὸς ἐκαθάρισε καὶ ἔδεσε τὴν πληγήν μου. Μ᾿ ἔστειλαν μὲ ἄλλους πληγωμένους εἰς τὴν Αἴγιναν, ἔπειτα εἰς τὸ Ναύπλιον, καὶ ἔμεινα πολὺν καιρὸν ἐκεῖ διὰ νὰ ἰατρευθῶ ἐντελῶς.

Γεώργιος Δροσίνης

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Ποιός κατέστρεψε την Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας;

 


 Τι συνέβη στη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας; Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ιδρύθηκε από τον Πτολεμαίο Β' Σωτήρα. 

Αποτελούσε τμήμα του Μουσείου που βρισκόταν στο βασιλικό ανάκτορο της Αλεξάνδρειας.

Αυτή η μεγάλη αρχαία πόλη, που κατέχει ένα μικρό κομμάτι γης στις ακτές της Μεσογείου, ιδρύθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο κατά την επίσκεψή του στην Αίγυπτο και έγινε η πρωτεύουσα της τελευταίας δυναστείας των Φαραώ, η οποία καταγόταν από το στρατηγό του Αλεξάνδρου Πτολεμαίο. Η Βασιλική Βιβλιοθήκη, αποτελούσε μέρος του Μουσείου, όμως παραμένει ασαφές αν αποτελούσε ξεχωριστό κτίριο.

Διάφορες ιστορίες για την εξαφάνιση της κυκλοφορούν εδώ και αιώνες και χρονολογούνται τουλάχιστον από τον πρώτο μ.Χ. αιώνα. Διαπιστώνουμε ότι για την καταστροφή ευθύνονται οι τρεις δυνάμεις κατοχής που κυβέρνησαν την Αλεξάνδρεια αφού την έχασαν οιΈλληνες. Θα αναφερθούμε πρώτα στις ιστορίες όπως τις ακούμε σήμερα - χωρίς αναφορές και μερικές σε μεγάλο βαθμό ανακριβείς. Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να εξακριβώσουμε ποιός ήταν ο υπαίτιος της καταστροφής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας.

Οι ύποπτοι είναι ένας ρωμαίος, ένας χριστιανός και τέλος ένας μουσουλμάνος - ο Ιούλιος Καίσαρας, ο πατριάρχης Θεόφιλος της Αλεξάνδρειας και ο Χαλίφης Ομάρ της Δαμασκού. Θα προσπαθήσουμε να φτάσουμε στην πιο αξιόπιστη ιστορία σχετικά με τηνκαταστροφή της βιβλιοθήκης, αναλύοντας την πληθώρα σχετικών πηγών.

Ιούλιος Καίσαρας

Ας δούμε πρώτα την κυρίαρχη ιστορία:

"Λέγεται συχνά ότι οι Ρωμαίοι ήταν πολιτισμένοι, όμως ο πιο διάσημος στρατηγός τους είναι υπεύθυνος για τη μεγαλύτερη πράξη βανδαλισμού της αρχαιότητας. Ο Ιούλιος Καίσαρας επιτέθηκε στην Αλεξάνδρεια, καταδιώκοντας τον μεγαλύτερο αντίπαλο του Πομπήιο, όταν κατάλαβε πως ο Αιγυπτιακός στόλος επρόκειτο να τον αποκόψει. Συνειδητοποιώντας ότι αυτό θα τον αφήνε σε απελπιστικά δύσκολη θέση, έδρασε αποφασιστικά στέλνοντας φλεγόμενα πλοία στο λιμάνι. Το σχέδιο του πέτυχε και ο εχθρικός στόλος σύντομα πήρε φωτιά. Αλλά η φωτιά δεν σταμάτησε στα πλοία.

Πέρασε στην αποβάθρα η οποία ήταν γεμάτη με εύφλεκτα υλικά, έτοιμα για εξαγωγή. Κατόπιν εξαπλώθηκε στην πόλη και πριν προλάβει κανείς να τη σταματήσει, πήρε φωτιά η ίδια η Μεγάλη Βιβλιοθήκη με αποτέλεσμα 400.000 ανεκτίμητοι χειρόγραφοι πάπυροι να γίνουν στάχτη. Όσο για τον ίδιο τον Καίσαρα, δεν θεώρησε το γεγονός αυτό αρκετά σημαντικό ώστε να το αναφέρει στα απομνημονεύματά του".

Ο Ιούλιος Καίσαρας βρισκόταν πράγματι στην Αλεξάνδρεια το 47-48 π.Χ. καταδιώκοντας τον αντίπαλο του Πομπήιο. Ο Καίσαρας κατάφερε να καταλάβει την πόλη χωρίς κανένα πρόβλημα μετά την καταστροφή του Αιγυπτιακού στόλου και διέμενε στο παλάτι με την Κλεοπάτρα, όταν άρχισαν τα προβλήματα. Μερικά από τα πρωτοπαλίκαρα του Φαραώ επιτέθηκαν με μια αρκετά μεγάλη δύναμη και ο Καίσαρας βρέθηκε ξαφνικά κολλημένος σε μια εχθρική πόλη με πολύ λίγες δυνάμεις. Το ότι κέρδισε παρ'ολα αυτά οφείλεται στην τύχη του και τις ηγετικές του ικανότητες. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο αλλά για να διαλευκάνουμε την τύχη της Βασιλικής Βιβλιοθήκης θα πρέπει να εξετάσουμε τις αρχαίες πηγές.

Ιούλιος Καίσαρας - Οι εμφύλιοι πόλεμοι

Η παλαιότερη αναφορά που έχουμε για αυτά τα γεγονότα βρίσκεται στο βιβλίο "Εμφύλιοι πόλεμοι" που γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιούλιο Καίσαρα (πέθανε το 44 π.Χ). Σε αυτό εξηγεί πώς έπρεπε να πυρπολήσει τα ναυπηγεία και τον Αλεξανδρινό στόλο για την ασφάλεια του, καθώς βρισκόταν σε δεινή θέση. Δεν κάνει όμως καμία αναφορά στο αν η φωτιά εξαπλωθηκε πέρα από την ακτή και κατέστρεψε και τη Βασιλική Βιβλιοθήκη.

Η αφήγηση στο βιβλίο σταματάει στην έναρξη της εκστρατείας στην Αίγυπτο και η ιστορία συνεχίζεται στο βιβλίο "Αλεξανδρινός πόλεμος", από έναν από τους υπολοχαγούς του, τον Χίρτιο (πέθανε το 43 π.Χ). Δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά σχετική με την πυρπόληση της Αλεξάνδρειας, αντίθετα αναφέρει πως η πόλη δε μπορούσε να καεί εφόσον ήταν χτισμένη όλη από πέτρα.

Αν και αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως δήλωση αθωότητας, αξίζει να πούμε πως ένας λόγος για τον οποίο ανέφερε ότι η Αλεξάνδρεια δε μπορούσε να καεί μπορεί να είναι το ότι ήθελε να αποκρύψει την πράξη του.

Η μεταγενέστερη ιστορία απέδειξε πολλές φορές ότι η Αλεξάνδρεια καίγεται ακριβώς όπως και οποιαδήποτε άλλη πόλη.

Η φωτιά αυτή δεν αναφέρεται ούτε στους Φιλιππικούς του Κικέρωνα εναντίον του συμμάχου του Καίσαρα, Μάρκου Αντώνιου. Αυτό, παρόλο που αποτελεί μια πολύτιμη μαρτυρία για την υπεράσπιση του Καίσαρα, μια που ο Κικέρωνας δε συμπαθούσε καθόλου τον τελευταίο, δεν αποτελεί αδιάσειστο επιχείρημα μια που είναι πολύ πιθανό ο Κικέρωνας να μη γνώριζε όλα όσα συνέβησαν, δεν έκρινε απαραίτητο να αναφέρει το συγκεκριμένο γεγονός ή αναφέρεται σε αυτό σε απόσπασμα των έργων του το οποίο δε σώζεται.

Στράβων - Γεωγραφία

Ο Στράβωνας (πέθανε μετά το 24 μ.Χ) βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια το 20 π.Χ και πουθενά μέσα στις λεπτομερείς περιγραφές του για το παλάτι και το Μουσείο δεν αναφέρει τη βιβλιοθήκη. Η παράλειψη αυτή εξηγείται συχνά από λόγιους οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η βιβλιοθήκη βρισκόταν μέσα στο Μουσείο ή ήταν προσαρτημένη σε αυτό. Όμως ακόμη κι αν ήταν έτσι, η σιωπή του Στράβωνα είναι ύποπτη. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η βιβλιοθήκη δεν υπήρχε πλέον αλλά πολιτικοί περιορισμοί επέβαλαν να μην αναφέρεται η τύχη της.

Λίβιος και Φλόρος - Η Επιτομή της Ιστορίας της Ρώμης

Η πρώτη αναφορά της πυρκαγιάς στην Αλεξάνδρεια θα μπορούσε φαινομενικά να προέρχεται από το Λίβιο (πέθανε το 17 μ.Χ) στο έργο του "Η Ιστορία της Ρώμης". Το βιβλίο στο οποίο είχε συμπεριληφθεί η αναφορά αυτή έχει χαθεί, και οι 'Περιλήψεις' που έχουν διασωθεί είναι πολύ σύντομες για να τη περιέχουν.

Ωστόσο, η "Επιτομή" του 2ου αι. που γράφτηκε από το Φλόρο σώθηκε και λέει ότι η φωτιά ξεκίνησε από τον Καίσαρα για να καθαρίσει την περιοχή γύρω από τη θέση του, ώστε ο εχθρός να μην έχει καμία κάλυψη από τα βέλη του στρατού του. Η ίδια η βιβλιοθήκη δεν αναφέρεται από τον Φλόρο, αν και ήταν στην ίδια περιοχή της πόλης που βρισκόταν το παλάτι το οποίο είχε καταλάβει ο Καίσαρας.

Σενέκας - Σχετικά με την ηρεμία του μυαλού

Στην πραγματικότητα ξέρουμε ότι η Βασιλική Βιβλιοθήκη αναφέρεται από το Λίβιο, επειδή αργότερα μνημονεύεται από τον Σενέκα (πέθανε το 65 μ.Χ) στο διάλογο του "Σχετικά με την ηρεμία του μυαλού", στον οποίο αναφέρει επίσης πως καταστράφηκε μεγάλος αριθμός βιβλίων. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Σενέκας έχει πάρει όλες τις πληροφορίες σχετικά με την καταστροφή της βιβλιοθήκης από τον Λίβιο, αλλά μια προσεκτική ανάγνωση του διαλόγου δεν αποδεικνύει κάτι τέτοιο.

Ο Σενέκας στην πραγματικότητα το μόνο που αναφέρει είναι ότι ο Λίβιος θεωρούσε τη βιβλιοθήκη ως "το πιο διακεκριμένο επίτευγμα της καλαισθησίας και της μέριμνας των βασιλέων" και αυτό μόνο και μόνο για να μπορέσει να διαφωνήσει.

Πλούταρχος και Δίων Κάσσιος - Η ζωή του Καίσαρος και η Ρωμαϊκή Ιστορία

Ο Πλούταρχος (πέθανε το 120 μ.Χ), στο έργο του "Η ζωή του Καίσαρος" κάνει μια αδιάφορη σχετικά αναφορά στην καταστροφή της βιβλιοθήκης. Ο Πλούταρχος παρόλο που δεν έχει κάτι εναντίον του Καίσαρα, τον επικρίνει με ευχαρίστηση, επομένως θα πρέπει να λάβουμε αυτή την αναφορά στα σοβαρά. Επιπλέον, είχε επισκεφθεί την Αλεξάνδρεια και κατά πάσα πιθανότητα θα είχε παρατηρήσει εάν η βιβλιοθήκη εξακολουθούσε να υφίσταται.

Ο Δίων Κάσσιος (πέθανε το 235 μ.Χ) μας λέει ότι οι αποθήκες των βιβλίων που βρίσκονταν κοντά τις αποβάθρες κάηκαν τυχαία από τους άνδρες του Καίσαρα. Τα λόγια του δεν είναι ξεκάθαρα και έχουν οδηγήσει ορισμένους μελετητές στο συμπέρασμα ότι καταστράφηκαν μόνο τα βιβλία που προορίζονταν για εξαγωγή.

Αύλος Γέλλιος - Αττικές Νύχτες

Ο Γέλλιος (πέθανε το 180 μ.Χ.), συμπεριέλαβε στις Αττικές Νύχτες ένα σύντομο απόσπασμα σχετικό με βιβλιοθήκες όπου η καταστροφή της Βασιλικής Βιβλιοθήκης αναφέρεται ότι έγινε από ατύχημα κατά τη διάρκεια του πρώτου πολέμου των Ρωμαίων κατά της Αλεξάνδρειας, όταν βοηθητικοί στρατιώτες έβαλαν φωτιά. Αυτός ο πρώτος πόλεμος ήταν η εκστρατεία του Καίσαρα και ο δεύτερος ήταν όταν ο Οκταβιανός πήρε την Αίγυπτο από το Μάρκο Αντώνιο και την Κλεοπάτρα. Ο Γέλλιος αναφέρει πως κάηκαν 700.000 βιβλία.

Αμμιανός Μαρκελλίνος και Ορόσιος - Ρωμαϊκή Ιστορία και Ιστορία κατά των ειδωλολατρών

Ένας από τους τελευταίους ειδωλολάτρες Ρωμαίους ιστορικούς, ο Αμμιανός Μαρκελλίνος (πέθανε το 395 μ.Χ.), μας λέει για την τύχη της βιβλιοθήκης γράφοντας για την πόλη της Αλεξάνδρειας στη "Ρωμαϊκή Ιστορία" του. Αναφέρει ότι το γεγονός πως η πυρκαγιά ξεκίνησε από τον Ιούλιο Καίσαρα αποτελεί την "ομόφωνη άποψη των αρχαίων συγγραφέων", αλλά συγχέει το κτίριο της βιβλιοθήκης με το Σεράπειο και αυξάνει τον αριθμό των παπύρων που καταστράφηκαν σε 700.000 (ίσως η πηγή του είναι ο Γέλλιος).

Η ιστορία επαναλαμβάνεται από τον Ορόσιο, έναν πρώιμο χριστιανό ιστορικό (πέθανε μετά το 415 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει στην "Ιστορία κατά των ειδωλολατρών" πως οι κατεστραμμένοι πάπυροι αριθμούσαν τους 400.000.

Και οι δύο αυτοί συγγραφείς είναι πολύ μεταγενέστεροι για να αποτελούν ακριβείς πηγές από μόνοι τους, όμως μας λένε ότι από τον τέταρτο αιώνα πιστεύονταν ευρέως οτι η Βασιλική Βιβλιοθήκη είχε καταστραφεί από τον Ιούλιο Καίσαρα. Θα τους ξαναδούμε παρακάτω σε σχέση με την καταστροφή του Σεράπειου, που συνέβη στα δικά τους χρόνια.


Συγκεντρώνοντας τις παραπάνω πηγές, μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής:

* Οι πρώτες περιγραφές τoυ Αλεξανδρινoύ Πολέμου, γραμμένες είτε από τον Καίσαρα είτε από τους στενούς φίλους του, καλύπτουν εσκεμμένα οτιδήποτε αντανακλά άσχημα πάνω στον σπουδαίο άνδρα. Δεν αποτελεί συνεπώς έκπληξη η σιωπή τους για τον εμπρησμό της μεγαλύτερης βιβλιοθήκης του κόσμου, ακόμα και αν συνέβη τυχαία.

* Η βιβλιοθήκη δεν υπήρχε ως ξεχωριστό κτίριο την εποχή της επίσκεψης του Στράβωνα το 20 π.Χ.

* Η πεποίθηση ότι Καίσαρας είχε καταστρέψει τη βιβλιοθήκη ήταν διαδεδομένη από την εποχή που η οικογένεια του έπαψε να κατέχει τον αυτοκρατορικό θρόνο στα τέλη του πρώτου μ.Χ. αιώνα. Ο Πλούταρχος, ο Γέλλιος και ο Σενέκας αποτελούν την απόδειξη γι' αυτό. Πρέπει επομένως να υποθέσουμε ότι η βιβλιοθήκη δεν υπήρχε τότε. Ο Πλούταρχος ιδιαίτερα, ως Έλληνας, σίγουρα θα ήξερε εάν υπήρχε.

Μπορεί τα αναγνωστήρια, τα οποία αποτελούσαν μέρος του Μουσείου, να επέζησαν, όμως όπως μας λένε όλες οι πηγές, τα βιβλία κάηκαν από τον Ιούλιο Καίσαρα.

Θεόφιλος

Και πάλι, ας δούμε πρώτα την κυρίαρχη ιστορία:

Ο Θεόφιλος, ο Πατριάρχης της Αλεξανδρείας, είναι επίσης και ο προστάτης άγιος των εμπρηστών. Καθώς ο Χριστιανισμός στραγγάλιζε σιγά-σιγά τον κλασικό πολιτισμό, τον τέταρτο αιώνα ήταν πολύ δύσκολο να είναι κανείς ειδωλολάτρης. Στην Αλεξάνδρεια βρισκόταν ο μεγάλος ναός του Σέραπι, που ονομαζόταν Σεράπειο και κολλητά σε αυτό ήταν η Μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, όπου διατηρούνταν όλη η σοφία των αρχαίων.

Ο Θεόφιλος ήξερε ότι όσο υπήρχε αυτή η γνώση, οι άνθρωποι θα έτειναν λιγότερο να πιστέψουν στην Αγία Γραφή, έτσι ξεκίνησε να καταστρέψει όλους τους ειδωλολατρικούς ναούς. Αλλά το Σεράπειο ήταν ένα τεράστιο κτίσμα, πάνω σε ανάχωμα και πέρα από τις ικανότητες των μαινόμενων χριστιανών φανατικών να το πλήξουν.

Ο Πατριάρχης λοιπόν επικοινώνησε με τη Ρώμη. Από εκεί, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Μέγας, ο οποίος είχε διατάξει την εξολόθρευση του παγανισμού, έδωσε την άδειά του για την καταστροφή του Σεραπείου. Συνειδητοποιώντας πως δεν θα είχαν καμία τύχη, οι ιερείς και οι ιέρειες εγκατέλειψαν το ναό τους στα νύχια του όχλου ο οποίος εισέβαλε σε αυτόν με αποτέλεσμα το οικοδόμημα να καταστραφεί συθέμελα και τα χειρόγραφα να καούν σε τεράστιες πυρές στους δρόμους της Αλεξάνδρειας.

Ο Θεόφιλος ήταν πράγματι ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας την εποχή που το Σεράπειο είχε μετατραπεί σε χριστιανική εκκλησία αλλά ο ίδιος ποτέ δεν έγινε άγιος. Η ημερομηνία που δίνεται συνήθως για τα γεγονότα είναι το 391 μ.Χ., όταν ήταν αυτοκράτορας ο Θεοδόσιος, ο οποίος "προσηλύτιζε" τους υπηκόους του στο Χριστιανισμό με μεγάλο ζήλο. Η αντιδικία που υπάρχει εδώ είναι ότι υπήρχε και μια άλλη βιβλιοθήκη στο Σεράπειο και ήταν αυτή που κατέστρεψε ο όχλος των χριστιανών κατά τη λεηλασία του ναού. Πρέπει επομένως να διαπιστώσουμε εάν όντως υπήρχε ακόμη μία βιβλιοθήκη εκεί και επίσης αν όντως την κατέστρεψε ο Θεόφιλος.

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΣΤΟ ΣΕΡΑΠΕΙΟΝ.

Μία από τις πιο γνωστές μαρτυρίες για τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας προέρχεται από το 1780 περίπου και είναι αυτή του σημαντικού ιστορικού και οπαδού του Διαφωτισμού, Έντουαρντ Γκίμπον ο οποίος για την καταστροφή κατηγόρησε αποκλειστικά τους χριστιανούς κατά τη διάρκεια των γεγονότων του 391 μ.Χ. επί επισκόπου Θεοφίλου.

Ιστορικοί που διακρίνουν στοιχεία προκατάληψης από τον Γκίμπον ενάντια στον Xριστιανισμό, θεωρούν ότι ο Γκίμπον, από εσφαλμένη εκτίμηση, συνέχεε τη βασιλική βιβλιοθήκη με εκείνη που βρισκόταν κοντά στον ναό του Σέραπι. Σχετικά με τις αναφορές του Γκίμπον για το θέμα αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί ότι σε μια αντίστοιχη περίπτωση της ιστορίας, με ευκολία αθώωνε τους Άραβες για την μεγάλη μαρτυρούμενη καταστροφή βιβλίων στην Αλεξάνδρεια στις αρχές του 7ου αιώνα και είναι ενδεικτικό ένα απόσπασμα στο οποίο υπερασπίζει τους Άραβες:

«Αν όμως, οι ογκώδεις τόμοι των διχογνωμιστών, αρειανών και μονοφυσιτών, χρησιμοποιήθηκαν πραγματικά για τη θέρμανση των δημόσιων λουτρών, ο φιλόσοφος θα παραδεχτεί χαμογελώντας ότι εντέλει θυσιάστηκαν για το καλό της ανθρωπότητας»

Τα χρόνια που μεσολάβησαν

Στα χρόνια που μεσολάβησαν, οι πηγές δεν αναφέρουν τίποτα για τη βιβλιοθήκη. Ωστόσο, η Αλεξάνδρεια παρέμεινε το κέντρο των επιστημών ενώ υπήρχαν και άλλες βιβλιοθήκες. Ο αυτοκράτορας Κλαύδιος ίδρυσε την επώνυμη Κλαυδιανή βιβλιοθήκη ως κέντρο ιστορικών μελετών και ο Αδριανός ίδρυσε μια βιβλιοθήκη στο ναό του Καίσαρα κατά την επίσκεψή του στην Αλεξάνδρεια. Ο δε Πλούταρχος μας πληροφορεί ότι ο Μάρκος Αντώνιος έδωσε στην Κλεοπάτρα ως δώρο όλο το περιεχόμενο - περίπου 200.000 πάπυροι - της βιβλιοθήκης της Περγάμου.

Ο Ιωάννης Τζέτζης, βυζαντινολόγος του 12ου αιώνα, στα "Προλεγόμενα στον Αριστοφάνη" δίνει κάποιες λεπτομέρειες σχετικά με τον κατάλογο του ποιητή Καλλίμαχου (πέθανε μετά το 250π.Χ), ο οποίος είπε ότι υπήρχαν περίπου 500.000 πάπυροι στη Βασιλική Βιβλιοθήκη και άλλοι 42.000 περίπου στην εξωτερική ή δημόσια βιβλιοθήκη.

Ο Καλλίμαχος είναι γνωστός ως προς τις αναφορές του στη βιβλιοθήκη του Σεραπείου αν και συχνά οι αναφορές αυτές διεξάγονται συμπερασματικά.

Ο Επίσκοπος Επιφάνιος της Κύπρου (πέθανε το 402 μ.Χ.) στο έργο του "Μέτρα και Σταθμά" (μια ερμηνεία της βίβλου) αναφέρει ότι υπήρχαν πάνω από 50.000 τόμοι στη "θυγατρική" βιβλιοθήκη την οποία τοποθετεί στο Σεράπειο. Οι προηγούμενες παρατηρήσεις μας σχετικά με τους αριθμούς εφαρμόζονται πλήρως εδώ αν και θα ήταν δίκαιο να πούμε ότι υπήρχαν πολλοί λιγότεροι πάπυροι στη θυγατρική από ότι στη Βασιλική Βιβλιοθήκη.

Παρά τη συνέχιση της ακαδημαϊκής δραστηριότητας, η Αλεξάνδρεια υπέστη πολλά μέχρι το 391 μ.Χ. Ο Αύγουστος την υποβάθμισε, οΚαρακάλλας κατέσφαξε πολλούς από τους πολίτες της ως αντίποινα προσβολής που θεώρησε ο ίδιος ότι έγινε στο πρόσωπο του και οΑυρήλιος επίσης λεηλάτησε την πόλη και το παλάτι στο οποίο βρισκόταν το Μουσείο. Τέλος, η πόλη καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από το Διοκλητιανό στις αρχές του τετάρτου αιώνα.

Αμμιανός Μαρκελλίνος - Ρωμαϊκή Ιστορία

Στην Ρωμαϊκή Ιστορία, ο Αμμιανός υμνεί το Σεράπειο αλλά στη συνέχεια τα συγχέει λίγο και λέει ότι οι βιβλιοθήκες που βρίσκονταν σε αυτό ήταν εκείνες που κάηκαν από τον Καίσαρα κατά τον Αλεξανδρινό πόλεμο. Το σημείο αυτό είναι σημαντικό, επειδή ο Αμμιανός είχε επισκεφθεί την Αλεξάνδρεια, όμως παρόλα αυτά λέει πως "στο Σεράπειο υπήρξαν πολύτιμες βιβλιοθήκες" σε συντελεσμένο χρόνο. Αυτό ήταν πριν το 391 μ.Χ., όταν ο Θεόφιλος και η συμμορία του άρχισαν το "έργο" τους και υποδηλώνει με έμφαση ότι δεν υπήρχαν βιβλία στο ναό κατά τη στιγμή της καταστροφής του.

Ρουφίνος Τυράννιος - Εκκλησιαστική Ιστορία

Η πρώτη περιγραφή για τη λεηλασία του Σεραπείου ήταν σίγουρα αυτή του Σωφρονίου Α', ενός χριστιανού λόγιου, γνωστού από το έργο του "Σχετικά με την ανατροπή του Σέραπι" που έχει χαθεί. Ο Ρουφίνος (πέθανε το 410 μ.Χ.) ήταν ένας Λατίνος ορθόδοξος χριστιανός που πέρασε πολλά χρόνια της ζωής του στην Αλεξάνδρεια. Έφτασε σε αυτήν το 372 μ.Χ. και μολονότι δε γνωρίζουμε αν ήταν ή όχι παρών κατά την καταστροφή του Σεραπείου, ήταν σίγουρα εκεί την ίδια περίπου χρονική περίοδο.

Έκανε μια μάλλον ελεύθερη μετάφραση της Ιστορίας της Εκκλησίας του Ευσέβιου στα λατινικά και στη συνέχεια, πρόσθεσε σε αυτή τα δικά του βιβλία X και XI, συνεχίζοντας την αφήγηση μέχρι τη δική του εποχή. το βιβλίο ΧΙ αποτελεί την καλύτερη πηγή για τα γεγονότα στο Σεράπειο, τα οποία περιγράφει λεπτομερώς. Η αναφορά του σχετικά με τον αριθμό των βιβλίων συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με αυτή που δίνεται παραπάνω. Φαίνεται να εκφράζει τη λύπη του για την καταστροφή του Σεραπείου αλλά θέτει ξεκάθαρα την ευθύνη στους ειδωλολάτρες που υποκίνησαν τον όχλο των χριστιανών.

Ευνάπιος - Βίοι φιλοσόφων

Ο ειδωλολάτρης συγγραφέας Ευνάπιος από την Αντιόχεια (πέθανε μετά το 400 μ.Χ) συμπεριέλαβε τη λεηλασία του Σεραπείου στο βιβλίο του "Βίος Αντωνίου" ο οποίος, πριν πεθάνει το 390 μ.Χ, είχε προφητέψει ότι όλοι οι ειδωλολατρικοί ναοί της Αλεξάνδρειας θα καταστρέφονταν. Εκτός από το ότι ήταν ειδωλολάτρης, ο Ευνάπιος ήταν έντονα αντιχριστιανός και κατέβαλε κάθε προσπάθεια να κάνει τον Θεόφιλο και τους οπαδούς του να φαίνονται όσο το δυνατόν ανόητοι. Η αφήγηση του είναι γεμάτη δηλητήριο και σαρκασμό καθώς περιγράφει τη λεηλασία του ναού ως μάχη δίχως εχθρό. Συνεπώς, αν είχε καταστραφεί η μεγάλη βιβλιοθήκη τότε ο Ευνάπιος σίγουρα θα το είχε αναφέρει. Όμως δεν το κάνει.

Σωκράτης ο Σχολαστικός, Ερμίας και Θεοδώρητος

Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός (πέθανε μετά το 450 μ.χ) έγραψε επίσης ένα βιβλίο με τίτλο "Ιστορία της Εκκλησίας" ως συνέχεια αυτή του Ευσέβιου. Ήταν πιο λεπτομερής και γραμμένη στα ελληνικά. Περιέχει ένα κεφάλαιο σχετικά με την καταστροφή του Σεραπείου στο οποίο καταθέτει ότι η πράξη διατάχθηκε από τον αυτοκράτορα, ότι το κτίριο κατεδαφίστηκε και ότι μετατράπηκε αργότερα σε εκκλησία. Και πάλι όμως δεν γίνεται καμία αναφορά στα βιβλία που θα μπορούσαν να βρίσκονται στο Σεράπειο ή τι μπορούσε να έχει συμβεί σε αυτά.Το κείμενο του σχετικά με τα ιερογλυφικά σε σχήμα σταυρού που βρέθηκαν στο ιερό μας δίνει μια ιδέα για το πώς ο Χριστιανισμός μετέτρεπε διάφορα ειδωλολατρικά σύμβολα προς όφελός του.

Οι ιστορίες του Ερμία (πέθανε το 443 μ.Χ.) και του Θεοδώρητου (πέθανε μετά το 457 μ.Χ.) καλύπτουν μια παρόμοια περίοδο. Παρά την ικανοποίηση τους να εκθέσουν λεπτομερώς την καταστροφή του Σεραπείου, δεν αναφέρουν καθόλου τα βιβλία αν και ο Θεοδώρητος λέει ότι κάηκαν τα ξύλινα είδωλα του Σέραπι. Και οι δύο αυτές ιστορίες εξαρτώνται άμεσα από αυτή του Σωκράτη του Σχολαστικού, όμως περιλαμβάνουν στοιχεία και από άλλες πηγές.

Ορόσιος - Ιστορία κατά των ειδωλολατρών

Ο Ορόσιος (πέθανε μετά από το 415 μ.Χ.) ήταν φίλος του Αγίου Αυγουστίνου και έγραψε την Ιστορία κατά των ειδωλολατρών, η οποίαείχε στόχο να δώσει κακή εικόνα σε οτιδήποτε μη-χριστιανικό. Έτσι, ως ιστορικός είναι άχρηστος αλλά στην αναφορά του για τη Μεγάλη Βιβλιοθήκη λέει κάτι που ξεφεύγει από τη συνηθισμένη του μεροληψία, υποδηλώνοντας πως οι χριστιανοί έκαναν κάτι που ήταν λάθος. Διαβάζουμε: "... υπάρχουν στους ναούς κιβώτια με βιβλία που εμείς οι ίδιοι έχουμε δει και όταν λεηλατήθηκαν τα ιερά αυτά, μας λένε, εκκενώθηκαν από δικούς μας ανθρώπους στη δική μας εποχή."

Η δήλωσή του ότι δεν υπήρχε άλλη σημαντική βιβλιοθήκη στην Αλεξάνδρεια κατά την εκστρατεία του Καίσαρα είναι ενδιαφέρουσα και πηγαίνει αντίθετα με την ύπαρξη μιας βιβλιοθήκης μέσα στο Σεράπειο εκείνη την εποχή. Ωστόσο, ο Ορόσιος αποτελεί πολύ μεταγενέστερη πηγή ώστε να φέρει βάρος σε αυτό το θέμα.


Στο μνημειώδες έργο του Edward Gibbon "η Παρακμή και η Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας" συναντάμε τις πρώτες αναφορές για την καταστροφή της Μεγάλης Βιβλιοθήκης από τους χριστιανούς. Η ιστορία αυτή έγινε δημοφιλής από τον Carl Sagan που την συμπεριλαμβάνει στο Cosmos. Εκεί αναφέρει και τη δολοφονία της φιλοσόφου Υπατίας . Η δράση της Υπατίας θεωρήθηκε επικίνδυνη για την εξάπλωση του Χριστιανισμού. Έτσι, σταδιακά καλλιεργήθηκε κλίμα εναντίον της που οδήγησε στη βίαιη δολοφονία της από ομάδες φανατικών μοναχών. Παρότι η ίδια είχε πολλούς φίλους χριστιανούς, προτίμησε να μείνει πιστή στις αρχαιοελληνικές παραδόσεις.

Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του χριστιανού ιστορικού Σωκράτη του Σχολαστικού:

"Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι.

Με λίγα λόγια, ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό αυτής της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της γυρνώντας από κάπου. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Caesarium, την γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα και έκοψαν τις σάρκες του σώματός της με κοφτερά κοχύλια μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν."

Ηθικός αυτουργός θεωρήθηκε ο επίσκοπος της Αλεξάνδρειας, Κύριλλος, ο οποίος είχε έρθει σε μεγάλη αντίθεση με τον Ρωμαίο Κυβερνήτη της Αιγύπτου και φιλικά διακείμενου προς την Υπατία, Ορέστη.

Χαλίφης Ομάρ

Η ιστορία σύμφωνα με το θρύλο:

Οι μουσουλμάνοι εισέβαλαν στην Αίγυπτο κατά τον έβδομο αιώνα, καθώς ο φανατισμός τους, τους οδηγούσε σε κατακτήσεις οι οποίες θα σχημάτιζαν μια αυτοκρατορία που θα εκτεινόταν από την Ισπανία έως την Ινδία. Η Αίγυπτος δεν αντιστάθηκε σχεδόν καθόλου και οι ντόπιοι βρήκαν την εξουσία του Χαλίφη πιο ανεκτική από εκείνη των Βυζαντινών πριν από αυτόν. Ωστόσο, όταν ένας Χριστιανός που ονομαζόταν Ιωάννης ενημέρωσε τον τοπικό Άραβα στρατηγό ότι υπήρχε στην Αλεξάνδρεια μια μεγάλη βιβλιοθήκη η οποία κρατούσε όλες τις γνώσεις του κόσμου, αυτός αναστατώθηκε.

Τελικά έστειλε μήνυμα στη Μέκκα από όπου ο Χαλίφης Ομάρ διέταξε πως όλα τα βιβλία στη βιβλιοθήκη θα έπρέπε να καταστραφούν, επειδή, όπως είπε "είτε θα αντικρούουν το Κοράνι, και στην περίπτωση αυτή θα είναι αιρετικά, είτε θα συμφωνούν με αυτό, οπότε θα είναι περιττά".

Ως εκ τούτου, όλα τα βιβλία και οι πάπυροι της βιβλιοθήκης δόθηκαν ως καύσιμο στα λουτρά της πόλης. Τόσο τεράστιος ήταν ο όγκος της βιβλιογραφίας ώστε χρειάστηκαν έξι μήνες για να απανθρακωθούν θερμαίνοντας τις σάουνες των κατακτητών.

Ο επικεφαλής των Μουσουλμανικών δυνάμεων ο οποίος κατέλαβε την Αίγυπτο το 640 μ.Χ. ονομαζόταν 'Amr και ήταν αυτός που υποτίθεται ότι ρώτησε τον Ομάρ τι να κάνει με την περίφημη βιβλιοθήκη που βρέθηκε υπό τον έλεγχο του.

Λίγες μόνο πηγές χρειάζεται να εξετάσουμε και είναι πολύ μεταγενέστερες. Η πρώτη προέρχεται από το 12ο αιώνα και είναι γραμμένη από τον Abd al Latif (πέθανε το 1231) ο οποίος, στο βιβλίο "Απολογισμός της Αιγύπτου", καθώς περιγράφει την Αλεξάνδρεια, αναφέρει τα ερείπια του Σεραπείου. Τα προβλήματα με αυτό ως ιστορικό ντοκουμέντο, είναι τεράστια και ανυπέρβλητα, καθώς παραδέχεται ότι η πηγή των πληροφοριών του προέρχεται από φήμες.

Το δέκατο τρίτο αιώνα ο μεγάλος Ιακωβίτης χριστιανός Επίσκοπος Γρηγόριος Μπαρ (Hebræus-πέθανε το 1286), που ονομάζεται Abû 'l Faraj στα αραβικά, ξεκαθαρίζει την ιστορία και περιλαμβάνει το περίφημο επίγραμμα από το Κοράνι. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο σχετικό με το πού βρήκε την ιστορία, αλλά φαίνεται ότι πρόκειται για μια ιστορία που έκανε το γύρο μεταξύ των Χριστιανών που ζούσαν κάτω από την κυριαρχία των μουσουλμάνων.

Ο Γρηγόριος κατέγραψε άφθονες παρατραβηγμένες ιστορίες σχετικά με οιωνούς και τερατουργήματα έτσι θα πρέπει αυτή η ιστορία να αντιμετωπιστεί με καχυποψία.

Στο βιβλίο "Η Εξαφανισμένη Βιβλιοθήκη", ο Canfora αναφέρει ένα Συριακό χειρόγραφο που δημοσιεύθηκε στο Παρίσι στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, του François Nau. Γράφτηκε από έναν χριστιανό μοναχό τον ένατο αιώνα και περιγράφει με λεπτομέρειες τη συνομιλία μεταξύ του Ιωάννη και του Χαλίφη Ομάρ. Στη γαλλική μετάφραση του βιβλίου αυτού όμως δεν υπάρχει αναφορά σε καμία βιβλιοθήκη και φαίνεται να αποτελεί παράδειγμα θεολογικού διαλόγου μεταξύ δύο ατόμων. Με άλλα λόγια, δεν είναι ιστορικό και ούτε αξιώνεται ως τέτοιο.

Τα σφάλματα στις πηγές είναι προφανή και η ίδια η ιστορία είναι σχεδόν εντελώς απίστευτη. Κατ 'αρχάς,ο Γρηγόριος Μπαρ εκπροσωπεί το χριστιανό στην ιστορία του, δηλαδή κάποιον Ιωάννη από το Βυζάντιο, ο οποίος ήταν νεκρός την εποχή της μουσουλμανικής εισβολής. Επίσης, το ότι η βιβλιοθήκη έκανε έξι μήνες για να καεί είναι απλά φαντασία και το είδος της υπερβολής που μπορεί να περιμένει κανείς από τους αραβικούς θρύλους όπως οι "Αραβικές Νύχτες".

Ωστόσο, η διάσημη παρατήρηση του Alfred Butler, ότι τα βιβλία της βιβλιοθήκης ήταν φτιαγμένα από περγαμηνή, η οποία είναι υλικό που δεν καίγεται, δεν είναι αλήθεια. Οι πολύ μεταγενέστερες πηγές είναι ύποπτες, καθώς δεν υπάρχει ίχνος αυτής της θηριωδίας σε καμία προγενέστερη λογοτεχνία - ακόμη και στο Κοπτικό Χριστιανικό χρονικό του Ιωάννη Νικίου (πέθανε το 640 μ.Χ.) ο οποίος κατέγραψε την Αραβική εισβολή.Τέλος, η ιστορία προέρχεται από έναν χριστιανό διανοούμενο ο οποίος ήταν πολύ πρόθυμος να κακολογήσει τη μουσουλμανική θρησκεία. Εδώ ίσως Θα πρέπει λοιπόν να την απορρίψουμε ως θρύλο.

Μεσσηνία: Το αρχαιότερο γραπτό κείμενο της Ευρώπης

 


Στην Ίκλαινα Μεσσηνίας, το μέρος στο οποίο με την αρχαιολογική σκαπάνη του έφερε στο φως το αρχαιότερο γραπτό κείμενο της Ευρώπης σε πήλινη πινακίδα, «επιστρέφει» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μιζούρι-Σεντ Λούις (UMSL), Μιχάλης Κοσμόπουλος, συνοδευόμενος από την ανασκαφική ομάδα του.


Tο γεγονός καταγράφεται στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Archaeology, καθώς και στο ιστολόγιο του Πανεπιστημίου UMSL, που επισημαίνουν ότι, για περισσότερα από 10 χρόνια ο Μιχάλης Κοσμόπουλος κάθε καλοκαίρι εργάζεται κοντά στο μικρό χωριό της νοτιοδυτικής Ελλάδας, μέσα σ’ έναν ελαιώνα.


Μαζί του βρίσκεται και η ανασκαφική του ομάδα, που αποτελείται κυρίως από φοιτητές και εθελοντές, οι οποίοι προβλέπεται να ζήσουν μια ανεπανάληπτη εμπειρία, σύμφωνα με το ιστολόγιο του αμερικανικού Πανεπιστημίου.


Η ανακάλυψη από τον κ. Κοσμόπουλο, το καλοκαίρι του 2010, της πήλινης πινακίδας με πρώιμη γραμμική Β γραφή, ηλικίας 3500 ετών, άλλαξε τα δεδομένα για την ιστορία της παιδείας και της γραφειοκρατίας στον δυτικό κόσμο.


Όπως, μάλιστα, είχε πει τότε ο ίδιος, η πινακίδα –που βρέθηκε μέσα σε αρχαίο αποθέτη και σώθηκε τυχαία όταν κάηκε από φωτιά που άναψε σε σωρό σκουπιδιών- αποτελεί τη μεγαλύτερη έκπληξη του πολυετούς προγράμματος.


Οι πινακίδες γραμμικής Β χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για την τήρηση λογιστικών αρχείων στα μυκηναϊκά ανάκτορα, γι’ αυτό τα ερωτήματα που γεννιούνται για την πινακίδα της Ίκλαινας –που την εποχή που χρονολογείται ο μυκηναϊκός οικισμός της αποτελούσε ένα μικρό δορυφόρο της Πύλου- μένει να διευκρινιστούν.

Καλλυντικά και Αρώματα στην Ελληνική Αρχαιότητα

699_256 



 Τα αρώματα, τα καταπλάσματα και οι αλοιφές, έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στις ποικίλες εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής των αρχαίων. Στις αρχαίες πηγές γενικά γίνεται αναφορά σε σχετικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα στον Όμηρο, στον Αρχίλοχο, τη Σαπφώ, τον Αλκαίο και τον Ανακρέοντα.





Η χρήση των προϊόντων αυτών θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη στην εποχή του Σόλωνα, γεγονός που οδήγησε το νομοθέτη στο να απαγορέψει τους άντρες να πουλάνε αρώματα και αλοιφές. Ο Σωκράτης, ο Αριστοφάνης και ο Θουκυδίδης διαμαρτύρονται επίσης για τη χρήση αρωμάτων από τους άντρες. Ο Μέγας Αλέξανδρος γνωρίζουμε ότι…



ανάμεσα στα υπόλοιπα υπάρχοντα του Δαρείου ανακάλυψε και ένα κιβώτιο με αρώματα, πολυτέλεια την οποία υιοθέτησαν έπειτα οι συμπατριώτες του, μαζί με διάφορες άλλες τρυφές.

Ο Ξενοφώντας αναφέρει ότι οι Πέρσες διέθεταν κοσμητές, δηλαδή αρωματοποιούς για να τους τρίβουν και να τους κάνουν όμορφους. Από τον Πλίνιο πληροφορούμαστε επίσης πώς κατά περιόδους υπήρχαν αρώματα τα οποία ήταν στη μόδα. Έτσι για παράδειγμα το άρωμα από τη Δήλο έδωσε τη θέση του σ’ αυτό από τη Μένδη της Αιγύπτου, ενώ αυτό της Κορίνθου στο άρωμα της Κυζίκου. Γενικά στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν σημαντικά κέντρα παρασκευής αρωμάτων, όπως η Κόρινθος και η Χαιρώνεια η οποία ήταν διάσημη για την κρύα αλοιφή από τον κρίνο, η οποία παρασκευάζονταν και στα χρόνια του Παυσανία το 180 μ.Χ. Το σημαντικότερο όμως κέντρο του ελληνικού κόσμου για την παραγωγή καλλυντικών, αλοιφών και αρωμάτων από την ελληνιστική περίοδο και εξής ήταν η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.



Οι αρχαίοι Μεσογειακοί λαοί, οι Αιγύπτιοι, οι Φοίνικες, οι Σύριοι και οι Παλαιστίνιοι κατείχαν τη γνώση της παρασκευής αρωμάτων και καλλυντικών τα οποία μέσω του εμπορίου διαδόθηκαν στους αρχαίους Μινωίτες και Μυκηναΐους οι οποίοι κατασκεύαζαν επίσης ανάλογα προϊόντα, σε μικρότερη όμως κλίμακα. Για την παρασκευή των καλλυντικών προϊόντων, των αλοιφών και των αρωμάτων χρησιμοποιούνταν από τους λαούς της Ανατολής διάφορα αρωματικά φυτά και βότανα, ρίζες, ξύλα, άνθη, φρούτα, σπόροι και ρετσίνι. Όλα αυτά αναμειγνύονταν με διάφορες άλλες ουσίες, όχι μόνο για καλλωπισμό, αλλά και για την προστασία και τον καθαρισμό του σώματος. Κάποιες προφανώς από τις πρώτες ύλες για την παραγωγή των ποικίλλων αυτών σκευασμάτων εισάγονταν από έξω, ενώ πολλά από τα παραγόμενα προϊόντα εξάγονταν σε άλλους λαούς.

Μυρωδιές στην αρχαία Ελλάδα μέσα από κείμενα
Η όσφρηση κατέχει στο αριστοτελικό σύστημα των πέντε αισθήσεων τη τρίτη θέση μετά από την όραση και την ακοή, τις κυρίως γνωσιολογικές αισθήσεις. Και αυτό γιατί η οσμή συνδυάζει την αισθηματική διάσταση του ευχάριστου ή δυσάρεστου, τη πολιτισμική διάσταση των κανόνων της ευωδίας ή δυσοσμίας και τη κοινωνική διάσταση του περιβάλλοντος των ανθρωπίνων επαφών.
Πώς μύριζε όμως η Αθήνα του 500 π.Χ;


Μία από τις σημαντικότερες πηγές πληροφοριών είναι το κείμενο “Δειπνοσοφισταί” του Αθήναιου εκ Ναυκράτιδος. Προέλευση του κειμένου είναι ο βυζαντινός κώδικας από τη βιβλιοθήκη της Κωνσταντινουπόλεως που εμφανίστηκε το 1423 στη Βενετία. Θέμα των “Δειπνοσοφιστών” είναι μία ιδεατή συνεστίαση, συμπόσιο ή δείπνος, που λαμβάνει χώρα στον οίκο ενός Ρωμαίου, γνωστού ως P. Livius Larensis, το 228 μ.Χ.στη Ρώμη. Στο δείπνο παίρνουν μέρος τριάντα ιστορικές προσωπικότητες, Έλληνες και Ρωμαίοι, που συζητούν περί πολιτισμικής και κοινωνικής ζωής, περί εθίμων και ηθών, με αναφορά στη μυθολογία, στην ιστορία, στη φιλοσοφία και στη ποίηση. Επανειλημμένως κατά τη διάρκεια της συνεστιάσεως γίνεται λόγος για τη καθημερινή ζωή στην Αθήνα, και γι’ αυτό οι “Δειπνοσοφισταί” είναι μεταξύ άλλων πηγή πληροφοριών για τις οσμές και τα αρώματα της πόλεως των Αθηνών.


Έτσι μαθαίνουμε ότι στην Αθήνα της κλασικής εποχής εκτιμάτο η ευωδία, αλλά όχι τα μεθυστικά αρώματα της Ανατολής που εθύμιζαν τη περσική, λυδική χλιδή που θεωρείτο μη ελληνοπρεπής.
Τα εξωτικά αρώματα της Ανατολής ήταν γνωστά όπως πληροφορούμεθα από το Θεόφραστο, φιλόσοφο, βοτανολόγο και συγγραφέα του βιβλίου “Περί Οσμών”.


Για τους οικιακούς χώρους στην Αθήνα ίσχυε σχολαστική καθαριότητα. Τα δωμάτια και οι ιματιοθήκες μοσχοβολούσαν άρωμα λεμονιού, μήλο των Εσπερίδων, και το άρωμα του ροδάκινου, περσικό μήλο, προστάτευε τα ενδύματα από σκόρους και άλλα έντομα. Την υπερβολική ευωδία τη θεωρούσαν ως ματαιόδοξη, όμως της δόθηκε και μία θετική σημασία σε θεωρητικό επίπεδο. Έτσι ο Αριστοτέλης στα “Ηθικά Νικομάχεια” θεωρεί ότι τα αρώματα των Χαρίτων που ακολουθούσαν την Αφροδίτης, συντελούσαν στις κοινωνικές επαφές των ανθρώπων.



Αντιθέτως ο Αριστοφάνης γελοιοποιεί τα διάχυτα μύρα των Χαρίτων στη κωμωδία “Πλούτος”. Και αυτό όχι μόνο μία φορά. Η υπερβολική χρήση αρωμάτων, αλοιφών και καλλυντικών, με μία λέξη η φιλαρέσκεια της Αφροδίτης, των Χαρίτων και του Άδωνη, είναι συχνά θέμα γελοιοποιήσεως στις κωμωδίες. Στην ίδια διάσταση, στη κωμωδία “Πλούτος” ο Αριστοφάνης διακωμωδεί τη σχέση Αφροδίτης και γαμηλίου τελετής και τη χρήση των μύρων στο καλλωπισμό της νύφης.

Και ο Ξενοφώντας στο έργο του “Οικονομικός” αναφέρεται στο διάλογο μεταξύ του Σωκράτη και του συνομιλητή του Ισχόμαχου, ο οποίος περιγράφει τη μανία καλλωπισμού της νεαρής συζύγου του με ζωηρά χρώματα .


Η αγορά είχε και μυρωδιές και αρώματα. Κρασιά και μούστος εξέπεμπαν το δικό τους άρωμα, της Ρόδου, της Θάσου, της Σάμου, της Χίου, της Θράκης, και η μέθη, όπως λέει ο Ξενοφώντας στο Συμπόσιο γαληνεύει τη ψυχή . Οι φούρνοι έβγαζαν ψωμί άσπρο και μελόπιτα για τους εύπορους, κριθαρένιο για το λαό, τη λεγόμενη “μάζα”, προερχόμενη από χυλό κριθαρένιου αλευριού, νερό και λάδι. Ο “σίτος” όπως μαθαίνουμε από τον Αριστοτέλη στο περί “Φυσικής Ακροάσεως” έργο του συμπληρωνόταν από τον “όψο”, τυριά, μέλι, ξηρούς καρπούς, όσπρια και μία μεγάλη ποικιλία χορταρικών, μαρούλια, σέλινα, ραπάνια, φασόλια, μολόχες, κρεμμύδια. Μυρωδικά βότανα και φρούτα σκόρπιζαν μυρωδιές και αρώματα. Οι Αθηναίοι έτρωγαν σπανίως κρέας, χοιρινό, αίγα και μοσχάρι, και όταν έτρωγαν κρέας προέρχετο από θυσιαζόμενα ζώα. Ο Μένανδρος σε ένα απόσπασμα του περί δεισιδαιμονίας και θρησκοληψίας στιγματίζει την μικροψυχία των πιστών που αφιερώνουν στους θεούς τα απομεινάρια των ζώων, χολή, εντόσθια και κόκαλα, τα δε καλλίτερα κομμάτια τα καταναλώνουν οι ίδιοι.


Αλλά να μην ξεχνάμε τα ψαρικά. Η ευωδία των ψαρικών ήταν θεσπέσια. Η αγορά ευωδίαζε από ψάρια όλων των ειδών, φρέσκα, καπνιστά, παστά, μικρά και μεγάλα, γλώσσες, λαβράκια πέρκες, χέλια από τη Λίμνη της Κοπαϊδας, καβούρια, αστακούς, στρείδια και μύδια.


Γενικά η αγορά και τα τρόφιμα είναι συχνά θέμα των κωμωδιών του Μενάνδρου και του Αριστοφάνη κυρίως μέσα από το ρόλο του φαφλατά μάγειρα. Το δε κείμενο “Δειπνοσοφισταί” είναι στη κυριολεξία εγχειρίδιο συνταγών μαγειρικής και διαιτητικής, αν και όχι το μοναδικό, γιατί υπάρχουν πολλές πηγές, ολόκληρα βιβλία μαγειρικής της Αρχαιότητας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση των “Δειπνοσοφιστών” θέμα των συζητήσεων των συνδαιτυμόνων είναι η ετοιμασία και το σερβίρισμα των εδεσμάτων, η ποικιλία των ποτών και των καρυκευμάτων, με μία λέξη, η ευωχία. Στην κυριολεξία η ευωδία των γευστικών αρωμάτων γίνεται πραγματικότητα μέσω της λαμπρότητας και της παραστατικότητας του κειμένου του Αθήναιου.


Απαραίτητα στις συνεστιάσεις και στις εορταστικές τελετές των ευπόρων ήταν οι στέφανοι από κισσό, δάφνη, μυρτιά, κωνοφόρα, σέλινο, άνηθο, δυόσμο, τριαντάφυλλα, μενεξέδες και άνθη εποχής. Τα στεφάνια βαπτίζονταν επί πλέον σε αρωματικά έλαια και από ιατρικής απόψεως η ευωδία και οι αναθυμιάσεις τους δρούσαν κατά του πονοκεφάλου, της ζάλης του κρασιού, της δυσοσμίας του στόματος, και της δυσπεψίας, όπως αναφέρει ο Αθήναιος.


Όσο αφορά το ανθρώπινο σώμα έπρεπε υγεία και καλλωπισμός να συμβαδίζουν. Ο άνθρωπος έπρεπε να είναι ωραίος και καθαρός. Μετά το λουτρό στη καθημερινή ζωή, μετά το λουτρό των ξένων και μετά το λουτρό των αθλητών ακολουθούσε τριβή του σώματος με ελαιώδεις αρωματικές ουσίες όπως μαθαίνουμε από τον Αθήναιο, αλλά αυτό πάντα εν μέτρω. Το σαπούνι δεν ήταν γνωστό. Στο νερό του λουτρού προσέθεταν νάτριο και άλλα άλατα. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι στο νερό του λουτρού που προερχόταν από τη πηγή Καλλιρρόη προσέθεταν ελαιόλαδο, αμυγδαλέλαιο και καρυδέλαιο.


Γύρω από τη γαμήλια τελετή μία σειρά εθίμων υπαγόρευε ευωδίες για τη περιποίηση του σώματος του γαμπρού και της νύφης, των χώρων, του επιθαλαμίου και του γεύματος. Στους “Αχαρνείς” του Αριστοφάνη έχουμε μία ακριβή περιγραφή της περιποιήσεως του μέλλοντος γαμπρού Δικαιόπολη. Λουτρά με ευωδιαστά βότανα, ίριδες, νάρκισσους ρόδα, κρίνους για τη περιποίηση του σώματος, στέφανοι από μυρτιά για τη τελετή, αρωματικά φρούτα, κυρίως κυδώνια, για τους νεόνυμφους, ευωδιαστές αναθυμιάσεις για το περιβάλλον του εορτασμού.



Στις παλαίστρες και στο γυμναστήριο είχε το ελαιόλαδο θρησκευτική και ιατρική σημασία, χαλάρωμα των μυών, αποφυγή τραυματισμών του δέρματος, προστασία από τον ήλιο και τη σκόνη, αυτά κατά το Θουκυδίδη. Μετά την άθληση ακολουθούσε καθαριότητα πάλι με ελαιώδεις ουσίες. Η ίδια η Αθηνά, θεά της φρόνησης, του νου και της αρετής, σε αντίθεση προς τα μύρα, τα ρόδα και το λιβάνι της Αφροδίτης, αλειφόταν κυρίως με ελαιόλαδο μετά την άθληση.

Στην υγιεινή και την ιατρική αναφέρονται στις θεραπευτικές ιδιότητες των φυτών σε μία ισορροπία μεταξύ μαγείας και φαρμακολογίας, μέσα από ιατρικά κείμενα πρωταρχικής σημασίας, όπως την “Ιπποκράτειο Συλλογή” του Ιπποκράτη, τη “Περί φυτών ιστορία” του Θεόφραστου , το “Περί ιατρικής ύλης” έργο του Διοσκουρίδη, και τα πολλαπλά έργα του Γαληνού περί φυσιολογίας, ανατομίας, χειρουργικής, και θεραπευτικής. Αλλά και μη ιατρικά κείμενα όπως οι “Περιηγήσεις Ελλάδος” του Παυσανία αναφέρονται στις θεραπευτικές ιδιότητες των φυτών.



Στη γυναικολογία, στην οφθαλμολογία, στη χειρουργική, βότανα, ρίζες καρποί, φύλλα και οι ανάλογες οσμές χρησιμοποιούντο ως αντιπυρετικά, παυσίπονα, εμετικά, ψυχοφάρμακα, υπνωτικά και ναρκωτικά. Πέραν από τις γνωστές ευωδίες από μύρα, ρόδα, εσπεριδοειδή, δυόσμο, ορίγανο, νάρκισσο, κύμινο, άνηθο, κάρδαμο, ρητίνη και μαστίχα, τα ιατρικά συγγράμματα αναφέρονται στις θεραπευτικές ιδιότητες του οπίου, του κωνείου, του μανδραγόρα, συχνά τονίζοντας τη σημασία τους ως πανάκεια.

Όσον αφορά το πένθος και τη ταφή, κατά το Πλούταρχο οι νόμοι του Σόλωνος, επέτρεπαν για λόγους λιτότητας τη χρήση ενός μείγματος μόνο από οίνο και έλαιον και απαγόρευαν ακριβά αρώματα, που σημαίνει ότι η πόλις επέμβαινε περιοριστικά στη πιθανή επιδεικτικότητα ευπόρων οικογενειών κατά τη “πρόθεση” και “εκφορά” του νεκρού. Κατ’ άλλες πηγές, ναι μεν δεν απαγορευόταν η χρήση ακριβών αρωμάτων, όμως η πόλις δεν έπαυε να μεριμνά για τη τήρηση της δημόσιας ευπρέπειας.
Η αφήγηση θα μπορούσε να συνεχιστεί στο απεριόριστο. Οι κλασικοί συγγραφείς όπως βλέπουμε είναι ανεξάντλητοι. Οι οσμές αναδύονται μέσα από τα κείμενα και η αναπαραγωγή τους είναι προφανώς για τους χημικούς εφικτή.


Αρχαίων Ευωδιές


Ίρινον

Το ίρινον παράγονταν από τις ρίζες της ίριδας, αφού κόβονταν, απλώνονταν στη σκιά και ξεραίνονταν περασμένες σε νήματα. Το ίρινον ήταν άρωμα εύκολο στην παρασκευή του, με απλά συστατικά και οσμή που βελτιώνονταν με την πάροδο του χρόνου, καθώς και με την προσθήκη ελαιολάδου ή αιγυπτιακής βαλάνου. Επρόκειτο για ένα αγαπητό και σχετικά φθηνό άρωμα.

Νάρδον
Παράγονταν από τη ρίζα της ινδικής νάρδου, με λεπτό άρωμα που άντεχε στο χρόνο. Το καλύτερο νάρδον παράγονταν στην Ταρσό της Κιλικίας. Αποτελούσε απαραίτητο συστατικό της γυναικείας τουαλέτας, ενώ χρησιμοποιούνταν και για τον αρωματισμό του κρασιού, αλλά και για την παρασκευή παστίλιας για ευχάριστη αναπνοή.


Στακτή
Ακριβό και πολυτελές άρωμα, πικρό και δηκτικό, ήταν εισαγόμενο από την Ανατολή, από το έλαιον του θάμνου της σμύρνας. Ήταν ιδιαίτερα γνωστό στους Έλληνες της Μικράς Ασίας, ενώ το όνομά του υποδηλώνει τον τρόπο παρασκευής του, μέσω του σταξίματος του πολύτιμου υγρού της σμύρνας, όταν χαράσσονταν ο βλαστός και τα κλαδιά της. Η συγκομιδή της γινόταν στις πιο ζεστές μέρες του χρόνου και διαρκούσε αρκετό διάστημα. Η σμύρνα χρησιμοποιούνταν για υγρά αρώματα, αλοιφές, παστίλιες, θυμιάματα και αρωματικά κρασιά, καθώς και για ως συστατικό διάφορων σύνθετων αρωμάτων ή για τον εμπλουτισμό φτηνότερων ελαίων.


Βάλσαμο
Το φυτό αυτό ευδοκιμούσε στην Αραβία και τη Συροπαλαιστίνη και ήταν περιζήτητο για τις θεραπευτικές και τις κοσμητικές του χρήσεις. Επρόκειτο για μία ακριβή και σπάνια πρώτη ύλη που χρησιμοποιούνταν μάλιστα και ως ήδυσμα, συστατικό δηλαδή άλλων αρωμάτων. Καθώς λεγόταν, μία σταγόνα από το βάλσαμο αρκούσε για να αρωματίσει ολόκληρο δωμάτιο.


Τύλιον έλαιον
Ήταν διάσημο για το γλυκό και απαλό του άρωμα. Παράγονταν από τη σύνθλιψη σπόρων του φυτού τήλιος ή βούκερας, το γνωστό ως ελληνόχορτο, που συναντώνταν σε κάποια από τα εδάφη της Αττικής. Οι Αθηναίοι το προτιμούσαν μάλιστα ιδιαίτερα για καλλωπιστικούς και ιατρικούς σκοπούς, καθώς και για το φαγητό.


“Εισαγόμενες” Ευωδιές Αρχαίων
Οι αρχαίοι συχνά εισήγαγαν αρώματα από την Ανατολή, τα οποία μάλιστα ασκούσαν σ’ αυτούς μία ιδιαίτερη γοητεία.Αρώματα, όπωςτο βρενθείον το ονομαστό άρωμα των Λυδών με μυρωδιά μόσχου και λεβάντας, το οποίο σκεύαζαν σε μικρά αγγεία, τα λυδία, το σούσινο το αρωματικό λάδι κρίνων από τα Σούσα, το μενδήσιο από τη Μέντη στο Νείλο, από λάδι βαλάνου αρωματισμένο με λάδι πικραμύγδαλων, όπως και το μετόπιο, μία ακριβή αρωματική κρέμα από την Αίγυπτο.
Επίσης από τον 6ο αιώνα ήδη εισήγαγαν λάδι φοίνικα από την Ναύκρατη του Νείλου, κρίνο, λωτό και άνιθο από την Αίγυπτο και σίλφιο από τη Λιβύη από το οποίο παρασκεύαζαν ναρκωτικές, φαρμακευτικές αλοιφές, ως αντίδοτο κατά των δηλητηριάσεων. Τις εμπορικές σχέσεις με την ανατολή ευνόησαν ιδιαίτερα οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Από κει οι Έλληνες προμηθεύονταν καινούργια αρώματα και είδη καλλωπισμού. Η βιομηχανία των αρωμάτων έφτασε δε στο αποκορύφωμά της στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο.


Μινωίτες και Μυκηναΐοι

Οι Μινωίτες για την παρασκευή αρωμάτων εκμεταλλεύονταν την πλούσια Κρητική βλάστηση. Στις πινακίδες που αποκαλύφθηκαν στην Κνωσό, αναφέρονται περίπου δώδεκα είδη κομμεορρητίνης, σπόροι και αρωματικά λάδια προερχόμενα από φυτά, όπως ο κορίανδρος, η κύπερη, το σφάκο (φασκομηλιά), το κρίτανο, η μαστίχα της φιστικιάς τερεβίνθου και το φοινίκιο. Το σπουδαιότερο φυτό της Κρήτης ήταν το λάδανο του οποίου η ρητίνη χρησιμοποιούνταν σε θυμιάματα, σε θεραπευτικές αλοιφές, αλλά και στην κόκκινη βαφή των αρωμάτων. Άλλο ονομαστό φυτό ήταν η Theangelis γνωστή ως δίκταμος, φυτό που φύονταν στα Δικταία Όρη, από το οποίο παρασκευάζονταν έλαιο με τονωτικές και διεγερτικές ιδιότητες. Οι Μινωίτες μεταλλεύονταν επίσης τον κρόκο, τον κρίνο, την ίριδα, τη μυρτιά, τη μαντζουράνα, τα άνθη και τα φρούτα της κυδωνιάς, το μάραθο, τον άνηθο, τον κορίανδρο, τη ρητίνη της αγριοκυδωνιάς, του κέδρου, του κυπαρισσιού και του πεύκου του Χαλεπιού.
Οι Μυκηναΐοι χρησιμοποιούσαν στην Πύλο και τις Μυκήνες κύπερη, φασκόμηλο, κύμινο, κορίανδρο, ίριδα, μάραθο, μαντζουράνα και γλυκάνισο. Τα σημαντικότερα Μυκηναϊκά αρώματα ήταν της φασκομηλιάς, του ρόδου, της κύπερης και του άσπρου κρίνου. Επίσης γνωστά ήταν και τα αρώματα σύνθετης οσμής, με μυρωδιά κύπερης και ρόδου. Τα αρωματικά λάδια και οι κρέμες εκτός από την περιποίηση των ζωντανών, προσφέρονταν στους θεούς, αλλά και ως κτερίσματα στους νεκρούς.
Σχετικά με τα προϊόντα καλλωπισμού των Μυκηναΐων πληροφορίες αντλούμε από τις πινακίδες της Γραμμικής Β΄, οι οποίες μας δίνουν στοιχεία τόσο για τις πρώτες ύλες και τη χορήγησή τους στους αρωματοποιούς, όσο και για την αποθήκευση, την παραγωγή και τη διακίνησή τους.


Μυρεψεία – Σκεύη και Μέθοδοι Επεξεργασίας των προϊόντων
Στο Μινωικό και Μυκηναϊκό πολιτισμό πρέπει να υπήρχαν πολλά μυρεψεία, χώροι παρασκευής προϊόντων καλλωπισμού, αλοιφών και αρωμάτων. Τέτοια στοιχεία εντοπίστηκαν στο ανάκτορο της Ζάκρου (α΄ μισό 15ου αιώνα), στο ανάκτορο της Πύλου (τέλη 13ου αιώνα), στην Οικία του Λαδεμπόρου, αλλά και στην Οικία των Σφιγγών στις Μυκήνες.Στα μυρεψεία αυτά και κυρίως σ’ αυτό της Ζάκρου, βρέθηκε πλήθος αγγείων, κυάθια, κύπελλα, αγγεία κοινής χρήσης, σταμνοειδή, ευρύστομα καδοειδή, αλλά και ολόκληρες σειρές από πύραυνα, θυμιατήρια δηλαδή με διάτρητο πόδι και άνοιγμα για την τοποθέτηση του κάρβουνου, πυριατήρια, καλύμματα χυτρών, ηθμοί(σουρωτήρια), τριποδικές χύτρες, πήλινη σχάρα, σκεύη που στο σύνολό τους χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή εκχυλισμάτων αρωματικών βοτάνων.


Γενικώς τα σκεύη που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή καλλυντικών προϊόντων και αρωμάτων ήταν:


· Τα γουδιά και οι τριπτήρες, για το κομμάτιασμα ή το άλεσμα του καρπού ή για την επεξεργασία άλλων υλών, όπως το θρυμμάτισμα των ανόργανων υλικών για τα χρώματα
· Οι λεκάνες, για την παραγωγή του κρασιού ή του λαδιού
· Η ασάμινθος, η μπανιέρα δηλαδή, για το μούλιασμα των λουλουδιών μέσα σε νερό, λάδι ή λίπος για την εξαγωγή του αρώματός τους
· Οι χύτρες, για το βράσιμο του λαδιού με σκοπό την παρασκευή του αρώματος
· Τα μυροδοχεία, τα αγγεία στα οποία συσκεύαζαν το έτοιμο προϊόν, τα οποία είχαν διάφορα σχήματα, ονόματα, αλλά και διακόσμηση


· Τα θυμιατήρια, τα λεγόμενα πύραυνα ή πυριατήρια


Σε σχέση με τις μεθόδους επεξεργασίας που πιθανόν χρησιμοποιούσαν οι αλοιφοποιοί της μινωικής και μυκηναϊκής εποχής, δεν έχουμε σαφείς γραπτές μαρτυρίες αλλά ούτε και άλλες αρχαιολογικές πληροφορίες. Ο Διοσκουρίδης του 1ου αι. μ.Χ. περιγράφει λεπτομερώς τη μέθοδο παρασκευής αρωματικών λαδιών, η οποία από τους ερευνητές θεωρείται πως θα πρέπει πιθανόν να ήταν ίδια με αυτή και των προγενέστερων εποχών (Demateria medica 1.43-55):



“Η επεξεργασία γινόταν σε δύο στύψεις. Σκοπός της πρώτης ήταν να καταστήσει το λάδι δεκτικό στο άρωμα των λουλουδιών και των φύλλων που θα προσέθεταν αργότερα. Κατά την πρώτη φάση λοιπόν παρασκεύαζαν μία αλοιφή από κονιορτοποιημένες ρίζες καλάμου, σχοίνου και κύπειρου, αναμεμειγμένες με νερό ή κρασί και την έβραζαν σε λάδι. Μετά σούρωναν το λάδι και το άφηναν να κρυώσει. Η δεύτερη στύψη αποτελούνταν από το βούτηγμα στο κρύο λάδι, εκείνων των λουλουδιών ή των φύλλων που θα έδιναν το τελικό άρωμα. Στο τέλος προσέθεταν τεχνικό χρώμα, αλάτι για τη συντήρηση ή μπαχαρικά.

Η απόσταξη στη αρχαιότητα
Η απόσταξη με τη σημερινή της έννοια δεν ήταν γνωστή στην αρχαιότητα. Οι μέθοδοι για την εξαγωγή αρώματος ήταν η εξαγωγή αρώματος από λουλούδια με εμποτισμό και η έκθλιψη – στύψη.
Στην πρώτη περίπτωση τα πέταλα των λουλουδιών απλώνονταν σε ζωικό λίπος ή λάδι και αντικαθίσταντο με νέα μέχρι το λίπος να κορεστεί από το άρωμά τους. Μέσα σ’ αυτό το λάδι ή το λίπος, που πιθανόν να ήταν ζεστό, τα λουλούδια θα έπρεπε να παραμείνουν για να μουλιάσουν. Από αυτή τη διαδικασία προέκυπτε έπειτα μία μυραλοιφή στην οποία έδιναν σχήμα σφαίρας ή κώνου και τη χρησιμοποιούσαν στις γιορτές και τον καλλωπισμό.


Στην έκθλιψη ή στύψη τα άνθη ή οι σπόροι τοποθετούνταν σε λινά υφάσματα υπό μορφή σάκου με θηλιές στις δύο απολήξεις οι οποίες στρέφονταν αντιθετικά ή ακολουθούσαν την ίδια διαδικασία του πιεστηρίου, όπως για την παρασκευή του κρασιού και του λαδιού.


Στην όλη διαδικασία θα χρησιμοποιούνταν επίσης η ρητίνη του λαδάνου, του στύρακος, της μαστίχας, του κέδρου και του πεύκου. Τα υλικά θα πρέπει να ανακατεύονταν στις κατάλληλες ποσότητες, στη σωστή σειρά και θερμοκρασία, ενώ στο μείγμα θα προστίθετο και μία ορυκτή χρωστική ουσία. Τις αλοιφές θα πρέπει να τις έβραζαν.


Οι Μινωίτες γνωρίζουμε πως εισήγαγαν κανέλα, βάλσαμο, μύρο, χέννα, νάρδο, βάλανα από την Αίγυπτο, τη Συρία, την Κύπρο και το Λίβανο, ενώ εξήγαγαν πρώτες ύλες, όπως ξύλα κυπαρισσιού, αλλά και έτοιμα προϊόντα όπως λάδι ελιάς, αμυγδάλου και λαδάνου. Πολλά μινωικά βάλσαμα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στην Αίγυπτο και αναφέρονται σε πολλά κείμενα της 18ης και 19ης Δυναστείας.
Στις πινακίδες της Γραμμικής Β αναφέρονται επίσης διάφορα καρυκεύματα, κάποια από τα οποία αναφέρεται ότι ζυγίζονταν και άλλα ότι μετριόταν σε όγκο. Προφανώς οι ουσίες που αποτελούνταν από μικρούς σπόρους ή μόρια με συμπαγή και ομογενή φυσιογνωμία καταγράφονται με βάση τις μετρήσεις όγκου, ενώ αυτές που αποτελούνταν από μόρια διαφορετικών διαστάσεων και δεν παρουσίαζαν συμπαγή όψη, καταγράφονται με βάση τις μονάδες βάρους.


Η αρωματοποιία αποτελούσε έναν κλάδο ξεχωριστό, που απαιτούσε δεξιοτεχνία, εφευρετικότητα, αλλά και την απαραίτητη μυστικότητα. Επρόκειτο για μια σπουδαία τέχνη για την οποία γράφτηκαν ποικίλα αρχαία συγγράμματα, με περιεχόμενο θεραπευτικό, καλλωπιστικό και επικουρικό. Οι αρχαίοι διέκριναν τα αρώματα σε δύο κατηγορίες. Σε αυτά που βρίσκονταν σε υγρή κατάσταση, τα έλαια, και στα παχύρρευστα και στερεά, τις αλοιφές. Τα ρήματα που χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα ήταν το χρίω και το αλείφω, ενώ συναντάται επίσης το ξεραλοίφειν για επάλειψη σε στεγνό και όχι υγρό σώμα. Τα αρωματικά έλαια χαρακτηρίζονται ως ευώδη.


Οι αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Αθήναιος, ο Ιπποκράτης, ο Ξενοφών, ο Ηρόδοτος, ο Αριστοτέλης, ο Θεόφραστος και άλλοι, αναφέρουν λεπτομέρειες σε σχέση με τα αρχαία αρώματα από λουλούδια, τα οποία έπαιρναν το όνομά τους είτε από το αρωματικό φυτό από το οποίο παράγονταν είτε από το όνομα του παρασκευαστή τους. Το μεγαλείον για παράδειγμα, διάσημο άρωμα της Εφέσου, πήρε το όνομά του από τον Μέγαλλο από τη Σικελία. Τα πιο γνωστά αρχαία ελληνικά αρώματα ήταν το ίρινον, ελαιόλαδο με εκχυλίσματα από ρίζες ίριδας, το νάρδον, το βάλσαμο, η στακτή το αυθεντικό βάλσαμο μύρου, το μελίνιο από κυδωνέλαιο, το ρόδιο μία διάσημη αλοιφή από τη Ρόδο από εκχύλισμα τριαντάφυλλου μαζί με άλλα αιθέρια έλαια, το τύλιον έλαιον και άλλα.


Πολλές πόλεις μάλιστα ήταν ταυτισμένες με την παραγωγή συγκεκριμένων αρωμάτων και αλοιφών, όπως η Κύζικος περίφημη για το άρωμα της ίριδας, η Κως για το άρωμα μαντζουράνας και μήλων, η Φάσηλης για το ρόδο της κ.τ.λ.


Παραγωγή αρωμάτων
Βασική πηγή πληροφοριών σε σχέση με τα αρχαία αρώματα αποτελεί το βιβλίο του Θεόφραστου, Περί Οσμών. Τα βασικά σημεία των όσων σχετικά αναφέρει ο Θεόφραστος, είναι ότι τα αρώματα γενικά οφείλονται στην ανάμειξη. Η μέθοδος για την παραγωγή αρωμάτων σχετιζόταν είτε με την ανάμειξη στερεού με στερεό, μέθοδος με την οποία παράγονταν διάφορες αρωματικές σκόνες, είτε μέσω της ανάμειξης στερεού με υγρό, μέθοδος η οποία ακολουθούνταν από τους αρωματοποιούς και έχει να κάνει με την παραγωγή όλων των αρωμάτων και αλοιφών. Φυσικά θα έπρεπε κανείς να ξέρει πώς να παράγει ένα καλό μείγμα.


Το λάδι
Ο Θεόφραστος δίνει μεγάλη σημασία στον παράγοντα του λαδιού. Το λάδι γενικά είναι δύσκολο να πάρει ένα άρωμα, εξαιτίας της λιπαρής του φύσης, με το σισαμέλαιο και το ελαιόλαδο να είναι τα δυσκολότερα ως προς την απόκτηση αρώματος. Το πιο σύνηθες γι’ αυτή τη δουλειά ήταν το λάδι βαλάνου από την Αίγυπτο ή τη Συρία, καθώς ήταν και το λιγότερο παχύρρευστο. Το ελαιόλαδο που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τέτοιων προϊόντων, ήταν το ομφάκινο, από χοντρές ελιές σε ακατέργαστη κατάσταση. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, για τις αλοιφές ως καλύτερο λάδι χρησιμοποιούνταν το λάδι από πικραμύγδαλο. Γενικά το λάδι το οποίο ήταν το πιο δεκτικό, κρατούσε περισσότερο και ενοποιούνταν καλύτερα με τα υπόλοιπα συστατικά, παράγοντας μία ενιαία ουσία. Με βάση τον Πλίνιο φυτικά έλαια, εκτός από το ομφάκινον, ήταν το λάδι που παράγονταν από τα σταφύλια που μαζεύονταν στα μέσα του καλοκαιριού, το αμυγδαλέλαιο και το λάδι βαλάνου. Αναφέρει επίσης πώς έλαια παράγονταν από τον ασπάλαθο, από τον κάλαμο, το βάλσαμο, την ίριδα, το κάρδαμο, τη μαντζουράνα, τη ρίζα της κανέλας κ.τ.λ.


Τα μπαχαρικά

Για την παρασκευή όλων των αρωμάτων χρησιμοποιούνταν ποικίλα μπαχαρικά, ορισμένα για να λεπτύνουν το λάδι, ώστε να δεχτεί καλύτερα το άρωμα, ορισμένα για να μεταδίδουν τα ίδια το άρωμά τους. Συνήθως, τα λιγότερο έντονα μπαχαρικά χρησιμοποιούνταν για τη λέπτυνση του λαδιού και έπειτα σε επόμενο στάδιο τοποθετούνταν τελευταίο το μπαχαρικό του οποίου η μυρωδιά έπρεπε να διασφαλιστεί, καθώς αυτό που έμπαινε τελευταίο, κυριαρχούσε πάντα. Ο Θεόφραστος αναφέρεται στα καρυκεύματα που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή αρωμάτων. Τα καρυκεύματα αυτά ήταν όλα στεγνά, ζεστά, στυπτικά και δηκτικά. Κάποια ήταν επίσης πικρά, όπως η ίρις, η σμύρνα και το λιβάνι.

Η φωτιά
Τα περισσότερα αρώματα αποκτούν τις στυπτικές ιδιότητές τους εκτιθέμενα στη φωτιά, ενώ κάποια άλλα ακόμη και χωρίς να εκτεθούν σ’ αυτή. Πάντως σε κάθε περίπτωση η όλη διαδικασία σε σχέση με τη φωτιά πραγματοποιούνταν μέσα σε αγγεία με τη χρήση νερού, χωρίς άμεση επαφή του αρώματος με τη φωτιά, γιατί έτσι θα υπήρχε τεράστια σπατάλη αρώματος, ενώ παράλληλα το προϊόν θα κινδύνευε να πάρει και τη μυρωδιά του καμένου. Σε γενικές γραμμές υπήρχε πολύ λιγότερη απώλεια, όταν το άρωμα έπαιρνε τη σωστή οσμή μέσω της έκθεσής του στη φωτιά, παρά σε ψυχρή κατάσταση. Τα αρώματα αυτά που εκτίθεντο στη φωτιά, αρχικά τα βουτούσαν είτε σε αρωματισμένο κρασί είτε σε νερό. Στην περίπτωση του αρώματος της ίριδας η χρήση της ρίζας γινόταν σε στεγνή κατάσταση, χωρίς τη χρήση της φωτιάς, γιατί στην προκειμένη περίπτωση η αρετή του αρώματος αναδεικνύονταν έτσι πολύ περισσότερο. Συχνά όταν τα αρώματα στύβονταν πρώτα, απορροφούσαν λιγότερο, οι αρετές τους χάνονταν σε μεγάλο βαθμό και γίνονταν στυπτικά.


Τα άνθη
Πολλά πράγματα σε σχέση με τα αρώματα έχουν να κάνουν με την εποχή κατά την οποία μαζεύονταν τα άνθη, αλλά και με το χρόνο και την ωρίμανσή τους. Όλα τα αρώματα τα οποία ήταν από λουλούδια είχαν λίγο σθένος, με το καλύτερό τους άρωμα να είναι αυτό μετά από δύο μήνες και έπειτα να αποσυντίθενται αρκετά γρήγορα. Τα αρχαία αρώματα γενικά καταστρέφονταν από την παραμονή τους σε ιδιαίτερα ζεστό μέρος, καθώς και με την έκθεσή τους στον ήλιο. Έτσι συνήθως για λόγους διατήρησης τοποθετούνταν σε δωμάτια που δεν τα έβλεπε ο ήλιος, σκιερά, μέσα σε δοχεία από μόλυβδο ή σε φιάλες από αλάβαστρο, υλικά κρύα, με πυκνή δομή, που διέθεταν τις επιθυμητές ιδιότητες.


Συνταγές – Χρώματα
Ο Θεόφραστος, ο Πλίνιος και ο Διοσκουρίδης παραδίδουν διάφορες συνταγές για αρώματα. Επίσης ο Θεόφραστος παραδίδει και κάποια πράγματα σχετικά με το χρωματισμό των αρωμάτων, αλλά και των αλοιφών. Κάποια αρώματα, λέει, παράγονταν άχρωμα και κάποια με χρώμα. Για παράδειγμα η βαφή που χρησιμοποιούνταν για το χρωματισμό των κόκκινων αρωμάτων, ήταν η αλκαννίνη από το φυτό βούγλωσσο, ενώ το γλυκό άρωμα της μαντζουράνας βάφονταν με μια βαφή που ονομαζόταν χρώμα, από μία ρίζα εισαγόμενη από τη Συρία.
Ο Θεόφραστος αναφέρει πως όσο πιο πολλοί οι συνδυασμοί των πρώτων υλών, τόσο πιο ενδιαφέρον και ξεχωριστό το άρωμα που παράγονταν. Στα αναμεμειγμένα μάλιστα αρώματα στόχος δεν ήταν να παραχθεί ένα άρωμα με κυρίαρχη τη μυρωδιά ενός από τα υπάρχοντα συστατικά, αλλά ένα άρωμα που να προέρχεται απ’ όλα τα υλικά μαζί. Για το λόγο αυτό κατά τη διάρκεια της παραγωγής του αρώματος, ανοίγονταν το αγγείο και αφαιρούνταν το στοιχείο αυτό του οποίου η μυρωδιά κυριαρχούσε, ενώ προστίθεντο παράλληλα μικρές δόσεις από τα υλικά τα οποία ήταν λιγότερο κυρίαρχα. Στην όλη διαδικασία σύνθετων αρωμάτων τα καρυκεύματα που χρησιμοποιούνταν, υγραίνονταν με αρωματικό κρασί. Έτσι παράγονταν αρώματα τα οποία διαρκούσαν για περισσότερο καιρό. Γενικά ανάμεσα σε όλα τα αρώματα τα οποία χρησιμοποιούνταν, αυτό που προστίθετο στο τέλος ήταν και το πιο κυρίαρχο.


Αλοιφές
Με βάση τον Πλίνιο η συνταγή για την παραγωγή αλοιφών περιλαμβάνει δύο στοιχεία, τους χυμούς και το στερεό μέρος. Τους χυμούς αποτελούσαν ένα σύνολο από έλαια και τα στερεά ένα σύνολο από αρωματικές ουσίες. Το τρίτο στοιχείο που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή αλοιφών ήταν το χρώμα. Τα έλαια ραντίζονταν με αλάτι για τη διατήρησή τους.
Τα αρώματα και οι αλοιφές της αρχαιότητας γινόταν πιο παχύρρευστα, μέσω της θέρμανσης του λαδιού και των καρυκευμάτων μέσα σε μία δεξαμενή νερού, με την προσθήκη ρετσινιού και γόμμας. Στην τελική σύνθεση αρωμάτων και αλοιφών σημαντικό ρόλο έπαιζαν επίσης τα αρωματικά κρασιά, το νερό και το μέλι. Η λανολίνη χρησιμοποιούνταν μόνο από την εποχή του Πλίνιου και μετά αναμεμειγμένη με μέλι, ως αλοιφή για την απομάκρυνση των λεκέδων από το πρόσωπο.



ΠΗΓΗ

Η τεράστια σημασία της μουσικής για τους Πυθαγόρειους

pythagoras-and-music 



 Οι Πυθαγόρειοι έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη µουσική. Όπως και πέραν του ίδιου του Πυθαγόρα, ο Ιππάσιος ο Μεταποντίνος, ο Αριστόξενος ο Ταράντιος και ο Νικόµαχος ο Γεράσιος. 


Συµφιλιώνοντας τις αντίρροπες αρχές που υπεισέρχονται στη συγκρότηση κάθε όντος, η αρχή της αρµονίας αποτελεί την αναλογία που, σε κάθε πεδίο, συνενώνει τα διχονοούντα στοιχεία. Απαντάται φυσικά στη µουσική, όπου οι έννοιες της συµφωνίας και της διαφωνίας διαδραµατίζουν ιδιαίτερα σηµαντικό ρόλο. Η µουσική, άλλωστε, υποκρύπτει µέσα της σε λανθάνουσα κατάσταση ολόκληρη αριθµητική, την οποία οι Πυθαγόρειοι, επιχείρησαν να αναδείξουν, τονίζοντας τον ουσιώδη ρόλο του αριθµού και της αναλογίας.


Όπως λέει κι ο Θέων της Σµύρνης: ”Εφόσον λέγεται πως υπάρχουν σύµφωνοι αριθµοί, το λόγο αυτής της συµφωνίας δεν θα µπορούσαµε να τον βρούµε παράµόνον µέσα στην αριθµητική· η συµφωνία αυτή διαθέτει τις µεγαλύτερες αρετές, αφού είναι η αλήθεια µέσα στην έλλογη ψυχή, η µακαριότητα µέσα στο βίο και η αρµονία µέσα στη φύση· τέλος, είναι αυτή η ίδια η αρµονία που απλώνεται σ’ ολόκληρο το σύµπαν και δεν παρουσιάζεται σ’ όσους την αναζητούν παρά αποκαλυπτόµενη µέσα από τους αριθµούς.”


 
Άµεσα αισθητή αρµονία είναι αυτή που µας αποκαλύπτουν τα µουσικά όργανα ενώ νοερή αυτή που µας χαρίζουν οι αριθµοί. Γι’ αυτό και οι Πυθαγόρειοι προέβησαν σε εκτεταµένες έρευνες όσον αφορά τις σχέσεις µήκους και πάχους των χορδών, καθώς και µεταξύ της, ρυθµιζόµενης από περιστρεφόµενα κλειδιά, τάσης των χορδών και τόνου που παράγουν µε τη νύξη τους. Τόσο ο µαθηµατικός προσδιορισµός των διαστηµάτων όσο και η επινόηση του επτάχορδου και του οκτάχορδου αποδίδονταν στον ίδιο τον Πυθαγόρα.


Οι Πυθαγόρειοι είχαν ακόµα αφιερώσει µελέτες τους στη σχέση ήχου και όγκου του δονούµενου δοχείου που τον παράγει: ”Αυτές τις συνηχήσεις άλλοι θέλησαν να τις επιτύχουνµε το βάρος, άλλοι µε το µήκος,άλλοι µε αριθµηµένες κινήσεις κι άλλοι µε τη χωρητικότητα των δοχείων. Λέγεται πως ο Λάσος ο Ερµιονεύς κι οι µαθητές του Ιππάσιου του Μεταποντίνου, του τελευταίου εναποµείναντος από το Τάγµα του Πυθαγόρα, έκαναν παρατηρήσεις σχετικά µε την ταχύτητα και τη βραδύτητα της κίνησης ταλάντωσης των βάζων, χάρη στις οποίες κατάφεραν να υπολογίσουν µαθηµατικά τις συνηχήσεις. Παίρνοντας περισσότερα όµοια και της αυτής χωρητικότητας βάζα, άφηναν ένα άδειο και τα άλλα τα µισογέµιζανµε διάφορες ποσότητες υγρού, ώστε χτυπώντας τα στη συνέχεια να επιτυγχάνουν τους σύµφωνους φθόγγους του οκτάφθογγου.” 


Η µελέτη των σχέσεων συνήχησης ήταν κεφαλαιώδης όχι µόνο για την κατασκευή εγχόρδων ή πνευστών µουσικών οργάνων αλλά και για την αρχιτεκτονική των θεάτρων, δεδοµένου ότι και σε αυτή την περίπτωση τίθενται πολλά προβλήµατα ακουστικής. Αυτή η µουσική αρµονία διέπει ολόκληρη την αντίληψη τους για τον κόσµο.


Όταν ο Πλάτων λέει πως µουσική και αστρονοµία είναι αδελφές επιστήµες, µιλά λες και το δόγµα του Πυθαγόρα δεν έχει και πολλά µυστικά γι’ αυτόν. Ιδού όµως ένα κεφαλαιώδες χωρίο του Θεωνά της Σµύρνης που µας δίνει να καταλάβουµε τι θα πρέπει να νοούµε ως «αρµονία των ουράνιων σφαιρών»:


Σχετικάµε τη θέση ή την τάξη των σφαιρών ή των κύκλων πάνω στους οποίους περιφέρονται οι πλανήτες, η γνώµη ορισµένων Πυθαγορείων είναι οι εξής: Ο κύκλος της σελήνης είναι ο εγγύτερος της Γης, αυτός του Ερµή είναι ο δεύτερος ανεβαίνοντας, έπειτα έρχεται αυτός της Αφροδίτης ενώ τέταρτος είναι του Ηλίου· στη συνέχεια είναι αυτοί του Άρη και του ∆ία διαδοχικά, ενώ του Κρόνου είναι ο τελευταίος κι ο εγγύτερος των αστέρων. Να τι δηλώνει οΑλέξανδρος ο Αιτωλός: ”Οι επτά σφαίρες µας δίνουν τους επτά φθόγγους της λύρας και παράγουν µια αρµονία (δηλαδή την οκτάφθογγο) λόγω των διαστηµάτων που τους κατανέµουν ανά δύο.”


Σύµφωναµε το δόγµα του Πυθαγόρα, εφόσον στην πραγµατικότητα ο κόσµος είναι αρµονικά διατεταγµένος, τα ουράνια σώµατα που απέχουν ανά δύο, κατά τις αναλογίες των σύµφωνων φθόγγων, παράγουν κινούµενα, λόγω της ταχύτητας της περιστροφής τους, τους αντίστοιχους αρµονικούς φθόγγους. Ο κόσµος είναι σαν επτάχορδη λύρα. Για τους Πυθαγόρειους άρα ηµουσική κλίµακα είναι ένα κοσµολογικό πρόβληµα κι η αστρονοµία η θεωρία της ουράνιας µουσικής.


Η έννοια του αρµονικού διαστήµατος, τη συγκρότηση της οποίας διέπει ο αριθµός, αυτή η ρίζα του παντός, απαντάται ακόµα στην καρδιά της αρχιτεκτονικής και ειδικότερα της ιερής αρχιτεκτονικής, όπου οι επιδράσεις της αιγυπτιακής παράδοσης πρέπει να ήταν καθοριστικές. Ο ελληνικός ναός είναι πραγµατικά µια µουσική που πέτρωσε.


Ο Γεωργιάδης, µελετώντας τα διαστήµατα µεταξύ των κιόνων του Παρθενώνα και των Προπυλαίων, ανακάλυψε αριθµούς που παρουσιάζουν τις αυστηρές αναλογίες της πυθαγόρειας κλίµακας. Αυτή η παράδοση αρχιτεκτονικής αρµονίας, µαζί µε όλες τις περίπλοκες τεχνικές της για την κατασκευή κανονικών πολυέδρων ή σχηµάτων φορτισµένων µε εσωτερικούς συµβολισµούς, όπως τα εξάγωνα, οι ρόδακες ή τα πεντάγραµµα, έφθασε ως τους τεχνίτες των µεσαιωνικών καθεδρικών ναών. Πρόκειται για την παράδοση που ξαναβρίσκουµε στην καρδιά του κεφαλαιώδους πονήµατος του Βιτρούβιου(1ος αιώνας π.Χ.), του De architectura, ενός από τα πλέον δηµοφιλή βιβλία του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.


Έτσι λοιπόν είναι δυνατόν, εντός ή διαµέσου του αριθµού, της αναλογίας και της αρµονίας, να συνδεθούν χώρος και χρόνος κατά έναν τρόπο τελείως διάφορο της σύγχρονης µας αντίληψης για την ταχύτητα. Τα χρονοδιαστήµατα της µουσικής και τα χωροδιαστήµατα της αρχιτεκτονικής σµίγουν µέσα από τη ρυθµική τους και διέπουν την όλη αρµονική σύζευξη έκτασης και διάρκειας.


Αριθµητική και µουσική, αριθµός και αρµονία είναι άρα αδιαχώριστα µεταξύ τους: µόνον µέσα τους µπορεί κανείς να βρει το µυστικό κλειδί για να κατανοήσει πραγµατικά την κοσµική συµφωνία. Γεννηµένη µέσα από τη συµπάθεια,η µουσική γεννά µε τη σειρά της τις συµφωνίες, υπερβαίνοντας έτσι τα διαστήµατα που κρατούν χωριστά τα άτοµα και επιτρέποντας σ’ αυτά τα τελευταία να αντηχούν το ένα το άλλο και να σχετίζονται µε ό,τι τους περιβάλλει σαν φθόγγοι µέσα στην αυτή µουσική κλίµακα. Ο αριθµός, λοιπόν, εκφράζει τις σχέσεις χρόνου και χρόνων, χώρου και χώρων, σώµατος και σωµάτων µαρτυρεί τη διαίρεση της ενότητας και τις ποικίλες όψεις της διαδροµής που οδηγεί και πάλι πίσω στην πηγή. Ο αριθµός είναι ταυτόχρονα τόσο η παρουσία όσο και η απόσταση των πραγµάτων, των όντων, του κόσµου· φέρει µέσα του κάτι από τον διαµελισµό του ∆ιόνυσου-Ζαγρέως αλλά κι απ’ αυτήν την αρµονική επανασυµφιλίωση που γεννά η µαγεία του τραγουδιού του Ορφέα.


ΠΗΓΗ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Floating Vertical Bar With Share Buttons widget by Making Different